
Το εξ αποστάσεως διαρκές σεμινάριο Read and Write.
Πότε; Οποτεδήποτε. Πώς; με video sessions.
Ποιος διδάσκει; Ο Ά. Μ.
Εγγραφή; Αίτηση εδώ: arisgrandman@gmail.com
Πότε; Οποτεδήποτε. Πώς; με video sessions.
Ποιος διδάσκει; Ο Ά. Μ.
Εγγραφή; Αίτηση εδώ: arisgrandman@gmail.com
Oλιγόλεπτη συνέντευξη επί του σεμιναρίου
(ραδιόφωνο «9.84», Μ. Παύλου) Mια γρήγορη ματιά στο σεμινάριο
|
O Ά.Μ. διδάσκει από τότε που ξεκίνησε να απευθύνει δημόσιο λόγο: συνήθως με την ευκαιρία συνεδρίων, συμποσίων, παρουσιάσεων, παρεμβάσεων, συζητήσεων και άλλων παρόμοιων εκδηλώσεων. Αυτή η επαφή με τον δημόσιο λόγο ξεκίνησε στη δεκαετία του ογδόντα και, ουσιαστικά, δεν έπαψε ποτέ να αποτελεί συστατική του δραστηριότητα που εμπνέει και τροφοδοτεί, μέσα από διαφορετικές ατραπούς, τη συγγραφική του δουλειά. Ο Ά.Μ. υπήρξε, άλλωστε, επί δεκαεπτά συνεχή χρόνια καθηγητής «φιλολογικών» (όπως αποκαλούνται, διατύπωση που σφόδρα απεχθάνεται) μαθημάτων, μια απολύτως εξαντλητική εμπειρία – στο βαθμό που του ήταν πραγματικά αδύνατον να επαναλαμβάνει με τον ίδιο τρόπο και τα ίδια υλικά τα μαθήματά του.
Σήμερα ο Ά.Μ. οργανώνει, σε συνεργασία με τον εκδοτικό του οίκο, σεμινάρια που ονομάζει «Γραφή και Ανάγνωση» (Read and Write). Τα σεμινάρια αυτά, στα οποία διδάσκει ο ίδιος, δεν αποσκοπούν στο να εξαπατήσουν αφελείς wannabe writers. Είναι μαθήματα ψυχής που διδάσκουν, στην ουσία, αυτό που η ίδια του η γραφή, τα ίδια του τα λογοτεχνικά και κριτικά κείμενα «διδάσκουν»: μια διαδικασία επίπονης προσέγγισης σ' αυτό το νεφελώδες, πλην αναγκαίο, για τη ζωή διπλό αίτημα που είναι η Αλήθεια και η Ομορφιά. Eξηγώντας τις δυσκολίες στη διαχείριση του βίαιου θανάτου στη λογοτεχνία, απόσπασμα από ένα μάθημα (2015)
|
ΕΝΤΥΠΟ + ΕΠΟΠΤΙΚΟ ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΤΑ ΣΕΜΙΝΑΡΙΑ
ΑΠΑΙΤΕΙΤΑΙ ΚΩΔΙΚΟΣ, ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΜΕ ΑΙΤΗΜΑ ΕΔΩ.
ΑΠΑΙΤΕΙΤΑΙ ΚΩΔΙΚΟΣ, ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΜΕ ΑΙΤΗΜΑ ΕΔΩ.
What the FAQ! *
* Frequently Asked Questions
* Frequently Asked Questions
ΣΥΧΝΑ ΘΕΜΑΤΑ / ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ
ΓΙΑ ΤΑ ΣΕΜΙΝΑΡΙΑ ΓΡΑΦΗΣ (ΓΕΝΙΚΩΣ)*
1. Τα σεμινάρια δημιουργικής γραφής δεν ωφελούν σε τίποτε. Η λογοτεχνική γραφή δεν διδάσκεται.
2. Εξαρτάται από τον δάσκαλο. Ο καλό δάσκαλος μπορεί να εμπνεύσει.
3. Σπουδαίοι συγγραφείς έχουν πάρει μέρος σε σεμινάρια δημιουργικής γραφής.
4. Τα σεμινάρια δημιουργικής γραφής βοηθούν τους συμμετέχοντες να γίνουν καλύτεροι αναγνώστες.
5. Τα σεμινάρια δημιουργικής γραφής καταστρέφουν τα πηγαία ταλέντα αλλά βοηθούν όσους γράφουν με «συνταγές».
6. Κάνουν τους κακούς συγγραφείς μέτριους, τους μέτριους καλούς και τους καλούς καλύτερους.
7. Τα σεμινάρια δημιουργικής γραφής σε βοηθούν να κερδίσεις χρόνο, αλλά δεν σε κάνουν καλύτερο συγγραφέα.
ΓΙΑ ΤΑ ΣΕΜΙΝΑΡΙΑ ΓΡΑΦΗΣ (ΓΕΝΙΚΩΣ)*
1. Τα σεμινάρια δημιουργικής γραφής δεν ωφελούν σε τίποτε. Η λογοτεχνική γραφή δεν διδάσκεται.
2. Εξαρτάται από τον δάσκαλο. Ο καλό δάσκαλος μπορεί να εμπνεύσει.
3. Σπουδαίοι συγγραφείς έχουν πάρει μέρος σε σεμινάρια δημιουργικής γραφής.
4. Τα σεμινάρια δημιουργικής γραφής βοηθούν τους συμμετέχοντες να γίνουν καλύτεροι αναγνώστες.
5. Τα σεμινάρια δημιουργικής γραφής καταστρέφουν τα πηγαία ταλέντα αλλά βοηθούν όσους γράφουν με «συνταγές».
6. Κάνουν τους κακούς συγγραφείς μέτριους, τους μέτριους καλούς και τους καλούς καλύτερους.
7. Τα σεμινάρια δημιουργικής γραφής σε βοηθούν να κερδίσεις χρόνο, αλλά δεν σε κάνουν καλύτερο συγγραφέα.
ΟΙ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ / ΣΧΟΛΙΑ του Ά.Μ.
1. Το ραδιοφωνικό σποτ των σεμιναρίων μας λέει: «Γίνεται κανείς σε είκοσι ώρες συγγραφέας; Ούτε σε χίλιες δεν γίνεται. Τότε γιατί ένα σεμινάριο για γραφή και ανάγνωση; Επειδή σε είκοσι ώρες μαθαίνεις τα βασικά: τη διαφορά ανάμεσα στο γράφω και στο συγγράφω, στο διαβάζω και στο ψευτοδιαβάζω, στην ιστορία και στην ιστοριούλα.» Αυτή είναι η αλήθεια. Αυτό το όφελος, τουλάχιστον από το δικό μας σεμινάριο. Τίποτε λιγότερο απ' αυτό, τίποτε περισσότερο απ' αυτό. Στο σεμινάριο ο αναγνώστης / μαθητής μπαίνει για λίγο στον ρόλο του συγγραφέα. Όπως, ας πούμε, θα ήταν, αν μπορούσε για λίγο, να μπει στον ρόλο του πρωθυπουργού. Η εμπειρία, στο δικό μας, πάντα, σεμινάριο επιφυλάσσει παρόμοιες εκπλήξεις. Αν είναι πειστική, όλοι οι δρόμοι είναι ανοιχτοί στον αναγνώστη / μαθητή.
2. Ο καλός δάσκαλος μπορεί να εμπνεύσει τους πάντες και τα πάντα. Αλλά πολλοί συγγραφείς (καλοί ή κακοί αδιάφορο) δεν είναι καλοί δάσκαλοι. Αυτό σημαίνει: δεν ενδιαφέρονται να κατανοήσουν το υλικό των διψασμένων υποψηφίων συγγραφέων που διαχειρίζονται· δεν είναι σε θέση να μετατρέψουν την όποια γνώση τους σε διδακτική ύλη· σπαταλάνε τον διδακτικό χρόνο σε ανούσιες και άκαρπες συζητήσεις γενικολογώντας ή, το χειρότερο, μιλώντας για τον εαυτό τους ή, ακόμα, βάζοντας ασκήσεις εκεί, στην τάξη· εργάζονται χωρίς συγκεκριμένο πρόγραμμα· αγνοούν την ιστορία της νεοελληνικής και της παγκόσμιας λογοτεχνίας· αδιαφορούν για τις επί μέρους τεχνικές της γραφής (και της ανάγνωσης) και τις αντικαθιστούν με αόριστες συμβουλές που είναι, περίπου, αδύνατον να εφαρμοστούν κλπ., κλπ. Οι κακοί συγγραφείς, κατά κανόνα, είναι και κακοί δάσκαλοι, θυμίζουν γερασμένους φιλόλογους του γυμνασίου. 3. Αυτό είναι η απόλυτη (ελληνικότατη) απάτη. Οι σπουδαίοι ξένοι (και μόνον ξένοι) αγγλοσάξωνες (και μόνον αγγλοσάξωνες) συγγραφείς ΔΕΝ έκαναν απλώς σεμινάρια δημιουργικής γραφής. Παρακολούθησαν πανεπιστημιακές σπουδές με αυτό το αντικείμενο. Σ' αυτές τις χώρες, αυτών των συγγραφέων, το creative writing δεν είναι ένα bonus ή, έστω, ένα major σπουδών, δεν είναι ένα σεμινάριο κάποιων ωρών, είναι ένα πλήρες curriculum πανεπιστημιακών μαθημάτων στο πλαίσιο ανθρωπιστικών σπουδών όπως η φιλολογία, η λογοτεχνία, η συγκριτολογία, η γλωσσολογία κλπ. Αποτελεί, με άλλα λόγια, αυτόνομη πανεπιστημιακού επιπέδου σπουδή με τις ανάλογες απαιτήσεις. Επομένως είναι τρελή απάτη: Ι. Να κάνουμε λόγο για διδασκαλία creative writing σε σεμινάρια μερικών ωρών, II. Nα χρησιμοποιούμε ως marketing teaser το γεγονός των σπουδών ξένων, γνωστών συγγραφέων, σε παν/κές σχολές creative writing. Γι' αυτό και το δικό μας σεμινάριο ονομάζεται, πολύ συνειδητά, Read and Write, Σεμινάριο για την τέχνη της γραφής και της ανάγνωσης. 4. Αυτό ισχύει αποκλειστικώς στην περίπτωση που το σεμινάριο διδάσκει επίσης την ανάγνωση. Διδάσκω την ανάγνωση δεν σημαίνει «διαβάστε αυτό το κείμενο και ελάτε να το συζητήσουμε». Η διδασκαλία της ανάγνωσης είναι μια παράλληλη διδακτική δημιουργία με εκείνη της γραφής. Επαναλαμβάνω: παράλληλη. Διαφορετικά το σεμινάριο καταντάει γυμνασιακό φιλολογικό μάθημα, το ίδιο ανούσιο όπως εκείνο. Το σεμινάριο που καταφέρνει να διαβάζει τα κείμενα από τη μεριά των συγγραφέων και της εποχής τους, το σεμινάριο που διαβάζει εξαντλητικά τα κείμενα από την πλευρά των αφηγηματικών τεχνικών τους, το σεμινάριο που αποδομεί σε βάθος και ανα-σκευάζει τα δόκιμα κείμενα με τη δημιουργική συμμετοχή των ενδιαφερομένων έχει πιθανότητες να φωτίσει την ανάγνωση των αναγνωστών / μαθητών του. |
5. Αν το σεμινάριο διδάσκει συμβατικές «συνταγές», συνταγογραφημένα κείμενα θα εισπράξει. Αν, αντιθέτως, το σεμινάριο λειτουργεί με βάση τα κριτήρια που αναφέρθηκαν σε όλα τα παραπάνω σημεία, θα το αποφύγει. Κάτι ακόμα: δεν υπάρχουν συνταγές. Κακές απομιμήσεις, ναι, υπάρχουν. Κακές «διορθώσεις» ασκήσεων, που επιβάλλουν προγραμματική στάση απέναντι στην γραφή, ναι, υπάρχουν. Κακή διδασκαλία που αποφεύγει τις αδυναμίες της επιβάλλοντας άκαμπτα, κακοχωνεμένα σχήματα, ναι, και αυτή υπάρχει. Αλλά δεν είναι εκεί το πρόβλημα των σεμιναρίων που κρύβει η λέξη «συνταγές». Το βασικό πρόβλημα συνδέεται με τη φαντασίωση των υποψήφιων συγγραφέων που, στην πραγματικότητα, επιθυμούν διακαώς τη συνταγή της επιτυχίας. Το κακό σεμινάριο τρέφει αυτή τη φαντασίωση. Εύκολα. Άνετα. Βολικά για όλα τα μέρη. Το σωστό σεμινάριο από την πρώτη στιγμή σπεύδει να διαλύσει αυτή την άρρωστη φαντασίωση των υποψήφιων συγγραφέων / μαθητών του.
Όσο για τα «πηγαία ταλέντα»: η εμπειρία δείχνει ότι, αν πραγματικά έχουν ικανότητες, η μεθοδική διδασκαλία τούς επιτρέπει να αποκτήσουν την αναγκαία αυτογνωσία. 6. Αυτή η θέση δεν αφορά την ελληνική εμπειρία των σχετικών σεμιναρίων. Για τον απλό λόγο ότι, κατά κανόνα, δεν τα παρακολουθούν ούτε κακοί, ούτε μέτριοι, ούτε καλοί νέοι συγγραφείς – ενώ οι περισσότεροι από αυτούς θα έπρεπε. Το σεμινάριο, για όποιον έχει πραγματικά όρεξη να δουλέψει, τον βοηθάει να δουλέψει κι άλλο, να προχωρήσει κι άλλο, με δυο λόγια να αναμετρηθεί στην αγορά της τέχνης του λόγου. Το σεμινάριο είναι μια μικρή αγορά. Σου επιτρέπει, οφείλει να σου επιτρέπει, να συγκρίνεις και να συγκριθείς. Είναι μια μικρή, ας πούμε πειραματική αγορά, για τον νέο, υποψήφιο συγγραφέα. Το πρώτο βήμα για να τολμήσει το επόμενο. Τίποτε παραπάνω. Αυτό είναι ήδη σημαντικό για κάποιον που θέλει να δοκιμάσει και να δοκιμαστεί στη μεγάλη αγορά της τέχνης λόγου. 7. «Να κερδίσεις χρόνο». Κι αυτό το σχόλιο έχει ξενική προέλευση: προέρχεται από τον παγκοσμιοποιημένο χώρο του Fast food / fast read / fast fuck. Ο συγγραφέας παλεύει όλη του τη ζωή με τον χρόνο. Δεν υπάρχει πιο πολύτιμο αγαθό για τον συγγραφέα. Ο συγγραφέας γράφει 24 ώρες το 24ωρο. Ο συγγραφέας δεν ενδιαφέρεται, με τίποτε, να κερδίσει χρόνο. O συγγραφέας σπαταλάει συνέχεια τον χρόνο. Ο συγγραφέας κατατρώει τον χρόνο, λυμαίνεται τον χρόνο, σκοτώνεται με τον χρόνο, προσπαθεί να νικήσει τον χρόνο. Ο ικανός συγγραφέας ταυτίζεται με τον ικανό, τον επαρκή αναγνώστη / εραστή. Γνωρίζει ότι οι μεγάλες ηδονές κερδίζονται στον αργό, στον πολύ αργό χρόνο. Και, επιτέλους, όχι: δεν παρακολουθείς σεμινάριο για να κερδίσεις χρόνο. Αλίμονο. Πηγαίνεις για να γνωρίσεις, σ' αυτή τη μικρή αγορά της τέχνης του λόγου, όχι αν είσαι καλός ή κακός συγγραφέας (γεγονός που, εξάλλου, το αποφασίζει ο άτεγκτος χρόνος…) αλλά αν είσαι δυνάμει συγγραφέας. * Τα παραπάνω δόθηκαν ως απάντηση από τον Ά.Μ. στις 7 αρχικές ερωτήσεις περί διδασκαλίας της γραφής κλπ. στο ηλεκτρονικό έντυπο iefimerida (δημοσιογράφος: Χ. Δρούζα) τον Οκτώβριο του 2015. |
Τι διαβάζεις αυτόν τον καιρό;

Tι διαβάζεις αυτόν τον καιρό; Αυτή η στερεότυπη φράση κατά βάθος υπονοεί: τι είδους βιβλίο καταναλώνεις αυτή την περίοδο; Για να αποφευχθούν οι παρεξηγήσεις, οι βιαστικές, των βιαστικών αναγνωστών παρεξηγήσεις, θα προσθέσω ότι υπάρχουν δύο ειδών αναγνώσεις:
Ι. Εκείνη που ανταποκρίνεται στον κρυφό χρόνο του βιβλίου κι εκείνη που το μασάει, το δαγκώνει, το καταπίνει, το καταβροχθίζει, το στέλνει στο στομάχι και όχι στην ψυχή και στο μυαλό του αναγνώστη. Πάρα, μα πάρα πολύς κόσμος διαβάζει έτσι σήμερα. Επειδή παρασύρεται από την ταχύτητα των πραγμάτων που, ως γνωστόν, συνοδεύει κάθε άλλη δραστηριότητά του είτε πρόκειται για τον φαγητό, είτε για τον έρωτα, είτε για τον ύπνο κλπ. Fast food, fast fuck, fast read. Αυτός ο τρόπος ανάγνωσης ανταποκρίνεται, υπακούει, υιοθετεί τον τηλεοπτικό χρόνο θέασης των πραγμάτων.
ΙΙ. Υπάρχει όμως η άλλη ανάγνωση, αυτή η lectio difficilior για την οποία κάνει λόγο ο Χάρολντ Μπλουμ: «H αισθητική αξία [της ανάγνωσης] πηγάζει από τον αγώνα ανάμεσα στα κείμενα: στον αναγνώστη, στη γλώσσα, στην τάξη, στις συζητήσεις στους κόλπους της κοινωνίας […] H αισθητική αξία αναδύεται μέσα από τη μνήμη και, καθώς το διέκρινε ο Nίτσε, μέσα από τον πόνο, τον πόνο να παραχωρεί κανείς τις ευκολότερες απολαύσεις για τις δυσκολότερες».*
Η πρώτη ανάγνωση, η τηλεοπτική καταναλώνει, ως επί το πλείστον, πλοκή, άντε και κάποια ιδέα. Τη μια πλοκή μετά την άλλη, τη μια ιδέα μετά την άλλη. Αυτή η ανάγνωση αποκλείει τον αγώνα ανάμεσα στον αναγνώστη και το κείμενο, είναι η ανάγνωση όπου, κατά κανόνα, ο αναγνώστης, όταν ο συγγραφέας τον καλεί να σκεφτεί, αυτός προτιμά να «περάσει» στα γρήγορα τις σχετικές σελίδες και να «τρέξει» την πλοκή. Είναι η ανάγνωση που επιζητά ευκολοχώνευτα κείμενα, είναι η ανάγνωση που αναλώνεται σε επιφανειακά κείμενα της μόδας που επισημαίνουν τα μίντια στον αφρό των ημερών, είναι η ανάγνωση που απέχει συστηματικά από τους κλασικούς, είναι η ανάγνωση που βιάζεται και, γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο βιάζει το βιβλίο, επιζητά μια γρήγορη απόλαυση, μια εύκολη ηδονή. Αυτού του τύπου η ανάγνωση εξ ορισμού χρειάζεται πολλά βιβλία - πλοκές για να κοπάσει την πείνα της, πολλά βιβλία χάμπουργκερ, πολλά βιβλία προκλήσεις για βιασμό.
Η δεύτερη ανάγνωση αφουγκράζεται και παρακολουθεί τον χρόνο του βιβλίου. Παρακολουθεί τον χρόνο του συγγραφέα, στέκεται, σταματά, σκέφτεται, κυρίως σκέφτεται· αισθάνεται, κυρίως αισθάνεται το βάθος των πραγμάτων όχι τις ευσυγκίνητες καταστάσεις των κυριών τύπου Μπάρμπι-Άρλεκιν, και απολαμβάνει σε αργό χρόνο. Αυτού του τύπου η ανάγνωση αδυνατεί να διαβάσει πολλά βιβλία. Χορταίνει, μάλιστα, πιο εύκολα την πείνα της επειδή μια σελίδα μπορεί να είναι αρκετή για να τραφεί ένα ολόκληρο μήνα, κάποτε και περισσότερο. Διαβάζω συχνά σελίδες λιγοστών παραγράφων από σημαντικούς συγγραφείς στους μαθητές μου επιζητώντας να τους επισημάνω ότι αρκεί μια μεστή σελίδα, ναι, μια και μόνη σελίδα για να εισπράξεις ολοκληρωμένη αισθητική συγκίνηση, αναγνωστική απόλαυση αλλά και την ευκαιρία για στοχασμό. Αυτό, άλλωστε, εννοούσε ο Τσίρκας όταν στη Χαμένη Άνοιξή του ο ήρωάς του πρότεινε σε άλλη, νεαρή ηρωίδα, τη βιβλιομαντεία ως ζωτική λειτουργία για τη ζωή.
Επομένως, αν σας ρωτήσουν «τι διαβάζετε αυτόν τον καιρό», μην ντραπείτε να απαντήσετε: διαβάζω μια σελίδα Τόμας Μαν, μια σελίδα Χένρι Τζέιμς, μια σελίδα Πίντσον κλπ. Με την ευκαιρία σκεφτείτε για πόσα βιβλία μπορείτε να πείτε κάτι ανάλογο.
* Harold Bloom, The Western Canon, Macmillan 1995, σ. 38.
Ι. Εκείνη που ανταποκρίνεται στον κρυφό χρόνο του βιβλίου κι εκείνη που το μασάει, το δαγκώνει, το καταπίνει, το καταβροχθίζει, το στέλνει στο στομάχι και όχι στην ψυχή και στο μυαλό του αναγνώστη. Πάρα, μα πάρα πολύς κόσμος διαβάζει έτσι σήμερα. Επειδή παρασύρεται από την ταχύτητα των πραγμάτων που, ως γνωστόν, συνοδεύει κάθε άλλη δραστηριότητά του είτε πρόκειται για τον φαγητό, είτε για τον έρωτα, είτε για τον ύπνο κλπ. Fast food, fast fuck, fast read. Αυτός ο τρόπος ανάγνωσης ανταποκρίνεται, υπακούει, υιοθετεί τον τηλεοπτικό χρόνο θέασης των πραγμάτων.
ΙΙ. Υπάρχει όμως η άλλη ανάγνωση, αυτή η lectio difficilior για την οποία κάνει λόγο ο Χάρολντ Μπλουμ: «H αισθητική αξία [της ανάγνωσης] πηγάζει από τον αγώνα ανάμεσα στα κείμενα: στον αναγνώστη, στη γλώσσα, στην τάξη, στις συζητήσεις στους κόλπους της κοινωνίας […] H αισθητική αξία αναδύεται μέσα από τη μνήμη και, καθώς το διέκρινε ο Nίτσε, μέσα από τον πόνο, τον πόνο να παραχωρεί κανείς τις ευκολότερες απολαύσεις για τις δυσκολότερες».*
Η πρώτη ανάγνωση, η τηλεοπτική καταναλώνει, ως επί το πλείστον, πλοκή, άντε και κάποια ιδέα. Τη μια πλοκή μετά την άλλη, τη μια ιδέα μετά την άλλη. Αυτή η ανάγνωση αποκλείει τον αγώνα ανάμεσα στον αναγνώστη και το κείμενο, είναι η ανάγνωση όπου, κατά κανόνα, ο αναγνώστης, όταν ο συγγραφέας τον καλεί να σκεφτεί, αυτός προτιμά να «περάσει» στα γρήγορα τις σχετικές σελίδες και να «τρέξει» την πλοκή. Είναι η ανάγνωση που επιζητά ευκολοχώνευτα κείμενα, είναι η ανάγνωση που αναλώνεται σε επιφανειακά κείμενα της μόδας που επισημαίνουν τα μίντια στον αφρό των ημερών, είναι η ανάγνωση που απέχει συστηματικά από τους κλασικούς, είναι η ανάγνωση που βιάζεται και, γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο βιάζει το βιβλίο, επιζητά μια γρήγορη απόλαυση, μια εύκολη ηδονή. Αυτού του τύπου η ανάγνωση εξ ορισμού χρειάζεται πολλά βιβλία - πλοκές για να κοπάσει την πείνα της, πολλά βιβλία χάμπουργκερ, πολλά βιβλία προκλήσεις για βιασμό.
Η δεύτερη ανάγνωση αφουγκράζεται και παρακολουθεί τον χρόνο του βιβλίου. Παρακολουθεί τον χρόνο του συγγραφέα, στέκεται, σταματά, σκέφτεται, κυρίως σκέφτεται· αισθάνεται, κυρίως αισθάνεται το βάθος των πραγμάτων όχι τις ευσυγκίνητες καταστάσεις των κυριών τύπου Μπάρμπι-Άρλεκιν, και απολαμβάνει σε αργό χρόνο. Αυτού του τύπου η ανάγνωση αδυνατεί να διαβάσει πολλά βιβλία. Χορταίνει, μάλιστα, πιο εύκολα την πείνα της επειδή μια σελίδα μπορεί να είναι αρκετή για να τραφεί ένα ολόκληρο μήνα, κάποτε και περισσότερο. Διαβάζω συχνά σελίδες λιγοστών παραγράφων από σημαντικούς συγγραφείς στους μαθητές μου επιζητώντας να τους επισημάνω ότι αρκεί μια μεστή σελίδα, ναι, μια και μόνη σελίδα για να εισπράξεις ολοκληρωμένη αισθητική συγκίνηση, αναγνωστική απόλαυση αλλά και την ευκαιρία για στοχασμό. Αυτό, άλλωστε, εννοούσε ο Τσίρκας όταν στη Χαμένη Άνοιξή του ο ήρωάς του πρότεινε σε άλλη, νεαρή ηρωίδα, τη βιβλιομαντεία ως ζωτική λειτουργία για τη ζωή.
Επομένως, αν σας ρωτήσουν «τι διαβάζετε αυτόν τον καιρό», μην ντραπείτε να απαντήσετε: διαβάζω μια σελίδα Τόμας Μαν, μια σελίδα Χένρι Τζέιμς, μια σελίδα Πίντσον κλπ. Με την ευκαιρία σκεφτείτε για πόσα βιβλία μπορείτε να πείτε κάτι ανάλογο.
* Harold Bloom, The Western Canon, Macmillan 1995, σ. 38.
Βασικές αρχές
στην ανάγνωση της λογοτεχνίας Στο σεμινάριο Read and Write εξηγούνται οι βασικές αρχές που διέπουν την ανάγνωση της λογοτεχνίας, εδώ παρατίθεται ένα ελάχιστο δείγμα |
Τα πολλά λόγια είναι φτώχεια
Λιτότητα στα εκφραστικά μέσα δεν σημαίνει και εκφραστική ανεπάρκεια. Υπό προϋποθέσεις συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο. |
Ι. Κριτήρια για την τέχνη του λόγου
1. Το ανοίκειο. Tο έργο τέχνης διαθέτει τον ανοίκειο χαρακτήρα, το παραξένισμα, το άγνωστο. Στο έργο τέχνης ακόμα κι όταν διηγείται μια γνωστή ιστορία, η αφήγηση την μετατρέπει σε άγνωστη, σε ανοίκεια, σε περίεργη. 2. To αυτόνομο σύμπαν. Tο έργο τέχνης, η μεγάλη λογοτεχνία, διακρίνεται από το γεγονός ότι κατασκευάζει ένα δικό της σύμπαν. Yπάρχουν σαφή όρια ανάμεσα στο σύμπαν του βιβλίου και στο γνωστό «σύμπαν» των ανθρωπίνων σχέσεων, στην καθημερινότητα ή στη γνωστή εμπειρία κ.λπ. Στην ψευδολογοτεχνία δεν υπάρχει «σύμπαν», δηλαδή δεν υπάρχει μια κατασκευή που να ξεχωρίζει το κείμενο από τη δημοσιογραφία, τη συζήτηση, κ.λ.π. Tα όρια είναι ασαφή. Aκόμα κι αν φτιάξει ένα σύμπαν, είναι υποτυπώδες, φτωχό, δεν πείθει. 3. H αληθοφάνεια. H δυνατότητα του έργου να είναι πειστικό ως προς την συγκίνηση, την ατμόσφαιρα, την αφήγηση. H αληθοφάνεια, η πειστικότητα, εδώ συνδέεται με την ποιότητα της συγκίνησης, όχι με το είδος της· η ποιότητα πάλι συνδέεται με την εσωτερική διαδικασία αναστοχασμού των πραγμάτων την οποία μας υποβάλλει ένα γνήσιο λογοτεχνικό κείμενο. H εμμονή στη «ρεαλιστική» απόδοση των πραγμάτων δεν ισοδυναμεί με αληθοφάνεια όπως την εννοούμε εδώ· σήμερα βιώνουμε την παλίρροια του ρεαλισμού, ό,τι ορίζεται ως ρεαλιστικό ουσιαστικά είναι φτηνός δημοσιογραφισμός. Aπό εδώ απορρέει και ο κοινός τόπος που φαντασιώνουν αναγνώστες και δημοσιογράφοι-κριτικοί: «όσο πιο ρεαλιστικό τόσο πιο αληθοφανές». Tαυτοχρόνως όμως τόσο πιο ψεύτικο στην αληθοφανή απόδοση της ζωής. 4. Tο ξαναδιάβασμα. Tο αληθινό έργο μας υποχρεώνει να εισέλθουμε σε μια διαδικασία επανάγνωσης του σύμπαντος στο οποίο πιστεύουμε· ξαναδιάβασμα των ιδεών, των πεποιθήσεων, των αισθημάτων μας… Διαβάζετε εδώ ολόκληρη τη συνέχεια του παραπάνω κειμένου που περιλαμβάνει τα κριτήρια / προϋποθέσεις για την ανάγνωση της τέχνης του λόγου. |
Εξηγώ συχνά στους μαθητές μου ότι η λιτότητα των μέσων, αν δουλευτεί με φρόνηση και μέθοδο, μπορεί να έχει μεγαλύτερη απήχηση από την πληθωρική παράθεση όλων εκείνων των επιθετικών προσδιορισμών, όλων εκείνων των λεκτικών κοσμημάτων, όλων εκείνων των ρητορικών σχημάτων που αιώνες ολόκληροι γραφής εργάστηκαν για να μας τους κληροδοτήσουν στη γλώσσα που γράφουμε και μιλάμε.
Ναι, ακόμα και με πέντε-έξι λέξεις μπορείς να αφηγηθείς μια ιστορία: εκείνη που ο στοχαστικός αναγνώστης θα αναζητήσει πίσω από τις γραμμές, εκείνη που ο αναγνώστης συγγραφέας θα ξανασυνθέσει στο μυαλό και στην ψυχή του με τα μετρημένα (πλην καλά συνταιριασμένα) υλικά που θα καταφέρεις να του δώσεις. Η ιστορία με τα βρεφικά παπουτσάκια που παρατίθεται στην εδώ εικόνα αποδίδεται συνήθως στον στυλίστα της λιτής γραφής Έρνεστ Χέμινγουέι. Δεν έχει όμως ιδιαίτερη σημασία αν αυτό αληθεύει. Σημασία έχει η δύναμη της ιστορίας, η υπαινικτική της δραματική δύναμη όπως σχεδιάζεται, ξανά και ξανά, στο μυαλό του κάθε ξεχωριστού αναγνώστη. |
Αναζητώντας τη φωνή σου
Γίνονται πάρα πολλά σεμινάρια «δημιουργικής γραφής» αυτούς τους καιρούς. Εμείς αποφεύγουμε αυτόν τον πολλά υποσχόμενο αλλά με μικρή σημασία τίτλο, που απλώς μεταφράζει στα καθ' ημάς το creative writing. Το επισημαίνω αυτό επειδή, καλή η μετάφραση του τίτλου, αλλά θα πρέπει να μεταφράσεις και την ουσία του, με άλλα λόγια το πρόγραμμά του, τη λογική του, τη διδακτέα του ύλη. Στα περισσότερα σεμινάρια η λογική είναι απλή: συζητάμε γενικώς και αορίστως γι' αυτό «που αγαπάμε», τη λογοτεχνία, πίνουμε το τσάι μας και βρίσκουμε κάποια συμπάθεια στην παρέα. Διδάσκουμε και κάποιες τυπικές τεχνικές που τιτλοφορούμε με επίσης βαρύγδουπα ονόματα και αυτό είναι όλο. Όμως πουθενά σ' αυτά τα σεμινάρια δεν βλέπεις ένα πλήρες αναλυτικό πρόγραμμα της διδασκαλίας, για τον απλό λόγο ότι κανείς δεν έχει ασχοληθεί να το εκπονήσει και γιατί, αν υπάρξει ένα τέτοιο πρόγραμμα, θα πρέπει και να τηρηθεί… Οπότε τα σεμινάρια «δημιουργικής γραφής» θυμίζουν κάπως τα «εργαστήρια δημοσιογραφίας» όπου διδάσκουν «γνωστοί» δημοσιογράφοι και που κανείς δεν μαθαίνει τίποτε πραγματικά χρήσιμο.
Στο δικό μας σεμινάριο διδάσκουμε, ή, πιο σωστά, προσπαθούμε να διδάξουμε την Τέχνη της Γραφής μέσα από εισηγήσεις που αφορούν πρώτα την Ανάγνωση και στη συνέχεια τη Γραφή.
Άλλωστε τι προηγείται της Γραφής; Η ανάγνωση. Τόσο απλά. Αλλά και τόσο περίπλοκα. Επειδή η ανάγνωση της λογοτεχνίας δεν είναι μια κληροδοτημένη, από το σχολείο ή την όποια εγκύκλια εκπαίδευση, ιδιότητα. Η ανάγνωση της λογοτεχνίας, αν θέλουμε να είναι γόνιμη (που σημαίνει περισσότερο απολαυστική και περισσότερο δημιουργική) συνδέεται με την ανάγνωση του κόσμου γύρω μας. Υπακούει σε ένα αλφαβητάριο, σε κανόνες, έχει τη γραμματική της, το συντακτικό της, τη λογική της. Η ανάγνωση του κόσμου γύρω μας προηγείται της ανάγνωσης του εντός μας κόσμου. Που κι αυτή η ανάγνωση έχει τη λογική της, την έρευνά της, τις δοκιμασίες της, ώστε να είναι καρποφόρα για τον αναγνώστη (που πάλι σημαίνει: ουσιαστική για την κατανόηση του εαυτού του, ουσιαστική για τη σχέση του με τους άλλους, δημιουργική για την καταγραφή της σε μορφή καλλιτεχνική και όχι ως τυχάρπαστη κουβέντα της παρέας που κανέναν δεν αφορά).
Αυτή η ανάγνωση του εαυτού μας και του κόσμου είναι η εκ των ων ουκ άνευ προϋπόθεση για τη Γραφή, την όποια γραφή: ποίηση, δοκίμιο, διήγημα, νουβέλα κ.ο.κ. Και αυτή η απαιτητική ανάγνωση ναι, μπορεί να διδαχτεί στον αναγνώστη που θέλει να είναι εραστής της λογοτεχνίας.
Γίνεται επομένως κατανοητό για ποιον ακριβώς λόγο το σεμινάριό μας στο πρόγραμμά του περιλαμβάνει την Ανάγνωση εκτός από τη Γραφή. Μετά την Ανάγνωση ως θεμελιώδη προετοιμασία, η Γραφή στο σεμινάριο προχωρά σε μεθοδικά στάδια που έχουν δοκιμαστεί σε αντίστοιχα σεμινάρια των αγγλοσαξωνικών χωρών. Έτσι, για παράδειγμα, η ανάγνωση του δικού μας ως του κειμένου ενός άλλου, που πρέπει να εκτεθεί δημοσίως, να διορθωθεί, να ξαναστηθεί, να αναδομηθεί, να ανασυνταχθεί κλπ. είναι ένα πρώτο, πολύ σημαντικό βήμα. Αν, δηλαδή, δεν είσαι σε θέση να κρίνεις τα ίδια σου τα κείμενα, αν δεν μπορείς να πετάξεις, να καταστρέψεις, να αλλοιώσεις ριζικά, τις λέξεις, τις φράσεις, τις παραγράφους σου – αν, για να το διατυπώσω διαφορετικά, δεν μπορείς να κοιταχτείς κατάματα στον καθρέφτη σου, αν δεν είσαι ανοιχτός στη διόρθωση, στη συμβουλή, στην επίπονη αλλαγή των συνήθειών σου και στην αυθεντική αυτομόρφωση του εαυτού σου, δεν μπορείς να γράψεις ούτε μια πειστική γραμμή. Η συνέχεια, βήμα βήμα, έχει σαν σκοπό να εξοικειώσει τον αναγνώστη (και δυνάμει γραφέα) με αρκετά μικρά και μεγάλα «μυστικά» που συνθέτουν ένα πειστικό κείμενο. Τι σημαίνει, για παράδειγμα, ο χρόνος; Τι σημαίνει πλάθω έναν ήρωα; Πώς οργανώνω μια ενδιαφέρουσα πλοκή;
Κι εδώ, κατά κανόνα, αρχίζουν τα προβλήματα. Επειδή ο πολύς κόσμος θεωρεί ότι αρκεί να έχει μια δυνατή εμπειρία, ένα πολύ προσωπικό βίωμα για να το μετατρέψει σε λογοτεχνική ιστορία. Δεν είναι όμως έτσι. Η μετατροπή του βιώματος σε ιστορία, αν διαθέτεις μικρή εμπειρία από το παγκόσμιο λογοτεχνικό αλφαβητάριο, καταντάει εύκολα ένα είδος ρεπορτάζ της προσωπικής ζωής, με δυο λόγια, ανόητο κουτσομπολιό, όπως αυτό που διηγείται κανείς στην παρέα του στο καφενείο. Για σένα το βίωμα μπορεί να είναι φοβερό, επειδή αποτελεί κομμάτι της ιστορίας σου, αλλά πόσο αφορά τους άλλους έτσι όπως ετοιμάζεσαι να τους το σερβίρεις ωμό, άψητο, ακατέργαστο, άνοστο;
Για να διασχίσεις την απόσταση ανάμεσα στο εγώ και στον Άλλο με επιτυχία χρειάζεται να ξέρεις λογοτεχνική γραφή και ανάγνωση. Χρειάζεται να ξέρεις πώς δουλεύουν οι δοκιμασμένοι συγγραφείς, πώς φτιάχτηκαν μερικά γνωστά βιβλία, πώς αρχίζει και πώς τελειώνει η γραφή ενός μικρού κειμένου. Χρειάζεται, τέλος, να εξοικειωθείς με την ιδέα του αργού χρόνου. Κανένα σημαντικό κείμενο δεν γράφτηκε στο πόδι. Κι όταν ακούς ότι, ωστόσο, κάποια σπουδαία κείμενα γράφτηκαν σε σύντομο διάστημα (π.χ. το Καθώς Ψυχορραγώ του Ουίλιαμ Φόκνερ ή το Ο Κολοσσός του Μαρουσιού του Χένρι Μίλερ) κράτα μικρό καλάθι. Εσύ δεν είσαι (ακόμα) ούτε ο Φόκνερ ούτε ο Μίλερ – ακόμα κι αν υποθέσουμε ότι διαθέτεις την καλλιέργεια, την παιδεία και την εμπειρία που είχαν εκείνοι όταν έγραψαν αυτά τα κείμενα.
Οπότε ποια η τελική χρησιμότητα αυτού του συγκεκριμένου σεμιναρίου; Θα ρωτήσει ο ανυπόμονος αναγνώστης. Μία, μόνον μία: να μάθεις, αγαπητέ αναγνώστη (και δυνάμει συγγραφέα) αν έχεις φωνή. Αν έχεις τη δική σου φωνή – που μπορείς να καλλιεργήσεις, να τελειοποιήσεις, να τη μετατρέψεις σε λογοτεχνικό κείμενο. Κι αν η φωνή αυτή αφορά τον υπόλοιπο κόσμο, το κοινό. Ε, δεν είναι και λίγο αυτό, έτσι;
Στο δικό μας σεμινάριο διδάσκουμε, ή, πιο σωστά, προσπαθούμε να διδάξουμε την Τέχνη της Γραφής μέσα από εισηγήσεις που αφορούν πρώτα την Ανάγνωση και στη συνέχεια τη Γραφή.
Άλλωστε τι προηγείται της Γραφής; Η ανάγνωση. Τόσο απλά. Αλλά και τόσο περίπλοκα. Επειδή η ανάγνωση της λογοτεχνίας δεν είναι μια κληροδοτημένη, από το σχολείο ή την όποια εγκύκλια εκπαίδευση, ιδιότητα. Η ανάγνωση της λογοτεχνίας, αν θέλουμε να είναι γόνιμη (που σημαίνει περισσότερο απολαυστική και περισσότερο δημιουργική) συνδέεται με την ανάγνωση του κόσμου γύρω μας. Υπακούει σε ένα αλφαβητάριο, σε κανόνες, έχει τη γραμματική της, το συντακτικό της, τη λογική της. Η ανάγνωση του κόσμου γύρω μας προηγείται της ανάγνωσης του εντός μας κόσμου. Που κι αυτή η ανάγνωση έχει τη λογική της, την έρευνά της, τις δοκιμασίες της, ώστε να είναι καρποφόρα για τον αναγνώστη (που πάλι σημαίνει: ουσιαστική για την κατανόηση του εαυτού του, ουσιαστική για τη σχέση του με τους άλλους, δημιουργική για την καταγραφή της σε μορφή καλλιτεχνική και όχι ως τυχάρπαστη κουβέντα της παρέας που κανέναν δεν αφορά).
Αυτή η ανάγνωση του εαυτού μας και του κόσμου είναι η εκ των ων ουκ άνευ προϋπόθεση για τη Γραφή, την όποια γραφή: ποίηση, δοκίμιο, διήγημα, νουβέλα κ.ο.κ. Και αυτή η απαιτητική ανάγνωση ναι, μπορεί να διδαχτεί στον αναγνώστη που θέλει να είναι εραστής της λογοτεχνίας.
Γίνεται επομένως κατανοητό για ποιον ακριβώς λόγο το σεμινάριό μας στο πρόγραμμά του περιλαμβάνει την Ανάγνωση εκτός από τη Γραφή. Μετά την Ανάγνωση ως θεμελιώδη προετοιμασία, η Γραφή στο σεμινάριο προχωρά σε μεθοδικά στάδια που έχουν δοκιμαστεί σε αντίστοιχα σεμινάρια των αγγλοσαξωνικών χωρών. Έτσι, για παράδειγμα, η ανάγνωση του δικού μας ως του κειμένου ενός άλλου, που πρέπει να εκτεθεί δημοσίως, να διορθωθεί, να ξαναστηθεί, να αναδομηθεί, να ανασυνταχθεί κλπ. είναι ένα πρώτο, πολύ σημαντικό βήμα. Αν, δηλαδή, δεν είσαι σε θέση να κρίνεις τα ίδια σου τα κείμενα, αν δεν μπορείς να πετάξεις, να καταστρέψεις, να αλλοιώσεις ριζικά, τις λέξεις, τις φράσεις, τις παραγράφους σου – αν, για να το διατυπώσω διαφορετικά, δεν μπορείς να κοιταχτείς κατάματα στον καθρέφτη σου, αν δεν είσαι ανοιχτός στη διόρθωση, στη συμβουλή, στην επίπονη αλλαγή των συνήθειών σου και στην αυθεντική αυτομόρφωση του εαυτού σου, δεν μπορείς να γράψεις ούτε μια πειστική γραμμή. Η συνέχεια, βήμα βήμα, έχει σαν σκοπό να εξοικειώσει τον αναγνώστη (και δυνάμει γραφέα) με αρκετά μικρά και μεγάλα «μυστικά» που συνθέτουν ένα πειστικό κείμενο. Τι σημαίνει, για παράδειγμα, ο χρόνος; Τι σημαίνει πλάθω έναν ήρωα; Πώς οργανώνω μια ενδιαφέρουσα πλοκή;
Κι εδώ, κατά κανόνα, αρχίζουν τα προβλήματα. Επειδή ο πολύς κόσμος θεωρεί ότι αρκεί να έχει μια δυνατή εμπειρία, ένα πολύ προσωπικό βίωμα για να το μετατρέψει σε λογοτεχνική ιστορία. Δεν είναι όμως έτσι. Η μετατροπή του βιώματος σε ιστορία, αν διαθέτεις μικρή εμπειρία από το παγκόσμιο λογοτεχνικό αλφαβητάριο, καταντάει εύκολα ένα είδος ρεπορτάζ της προσωπικής ζωής, με δυο λόγια, ανόητο κουτσομπολιό, όπως αυτό που διηγείται κανείς στην παρέα του στο καφενείο. Για σένα το βίωμα μπορεί να είναι φοβερό, επειδή αποτελεί κομμάτι της ιστορίας σου, αλλά πόσο αφορά τους άλλους έτσι όπως ετοιμάζεσαι να τους το σερβίρεις ωμό, άψητο, ακατέργαστο, άνοστο;
Για να διασχίσεις την απόσταση ανάμεσα στο εγώ και στον Άλλο με επιτυχία χρειάζεται να ξέρεις λογοτεχνική γραφή και ανάγνωση. Χρειάζεται να ξέρεις πώς δουλεύουν οι δοκιμασμένοι συγγραφείς, πώς φτιάχτηκαν μερικά γνωστά βιβλία, πώς αρχίζει και πώς τελειώνει η γραφή ενός μικρού κειμένου. Χρειάζεται, τέλος, να εξοικειωθείς με την ιδέα του αργού χρόνου. Κανένα σημαντικό κείμενο δεν γράφτηκε στο πόδι. Κι όταν ακούς ότι, ωστόσο, κάποια σπουδαία κείμενα γράφτηκαν σε σύντομο διάστημα (π.χ. το Καθώς Ψυχορραγώ του Ουίλιαμ Φόκνερ ή το Ο Κολοσσός του Μαρουσιού του Χένρι Μίλερ) κράτα μικρό καλάθι. Εσύ δεν είσαι (ακόμα) ούτε ο Φόκνερ ούτε ο Μίλερ – ακόμα κι αν υποθέσουμε ότι διαθέτεις την καλλιέργεια, την παιδεία και την εμπειρία που είχαν εκείνοι όταν έγραψαν αυτά τα κείμενα.
Οπότε ποια η τελική χρησιμότητα αυτού του συγκεκριμένου σεμιναρίου; Θα ρωτήσει ο ανυπόμονος αναγνώστης. Μία, μόνον μία: να μάθεις, αγαπητέ αναγνώστη (και δυνάμει συγγραφέα) αν έχεις φωνή. Αν έχεις τη δική σου φωνή – που μπορείς να καλλιεργήσεις, να τελειοποιήσεις, να τη μετατρέψεις σε λογοτεχνικό κείμενο. Κι αν η φωνή αυτή αφορά τον υπόλοιπο κόσμο, το κοινό. Ε, δεν είναι και λίγο αυτό, έτσι;
KATA TON TΡΟΠΟ ΤΟΥ Ά. Μ.
«Διδακτικά» βίντεο για τη Γραφή και την Ανάγνωση
«Διδακτικά» βίντεο για τη Γραφή και την Ανάγνωση
|
|
|
|
16 Μαΐου 2014: η εμπειρία από ένα μάθημα
(όπως καταγράφηκε στο timeline του «Read and Write» στο Facebook)
(όπως καταγράφηκε στο timeline του «Read and Write» στο Facebook)
------------------------------------------
(Με αφορμή το χθεσινοβραδινό μάθημα στo post-seminar τμήμα του Read & Write – και αφιερωμένο ιδιαιτέρως στους ασκούμενους συγγραφείς μου Άννα, Δώρα, Μάγδα, Μαρία, Τρύφωνα, Χρήστο). ------------------------------------------ Είναι κάτι ωραίες στιγμές που οι σκιές αποκτάνε σώμα, αποκτάνε κίνηση, αποκτάνε μιλιά. Οι σκιές, ενώ λίγο πριν ήταν ακόμα σχέδια, έρχεται μια απίστευτα μαγική στιγμή (στιγμή που αρκεί για να δικαιώσει κάθε μόχθο για τη μυθοπλασία) που γίνονται άνθρωποι με σάρκα και οστά. Άμα συμβεί αυτό το καταπληκτικό πράγμα, μετά οι σχέσεις αυτών των πλασμάτων είναι οι δικές τους σχέσεις, δεν μπορείς να κάνεις πάρα πολλά εσύ. Ή, πιο σωστά: νομίζεις πως μπορείς να κάνεις. Αλλά δεν είσαι για πολύ Θεός-Πλάστης των πάντων. Αυτό κρατάει λίγο. Πολύ λίγο. Άπαξ και οι σκιές αποκτήσουν σάρκα, φωνούλα, κίνηση, εσύ περιορίζεσαι στη θέση του τζοϊσικού Θεού που λιμάρει αμέριμνος τα νύχια του αφήνοντας τα πλάσματά του να ζούνε τη μικρή / μεγάλη ζωή τους. Κι ύστερα γίνεσαι παρατηρητής, κοιτάζεις τη ζωή που έπλασες, κάπως αφ' υψηλού, με μεγαθυμία και σεμνότητα. Κι είναι αυτό επίσης ωραίο αίσθημα για όποιον καταγίνεται να πλάθει μύθους και ιστορίες πειστικές. -------------------------------------- Σ' εμάς, η μαγική ώρα που οι σκιές της ιστορίας που πλάθουμε άρχισαν να ψιθυρίζουν τα πρώτα τους αληθινά λογάκια, πρέπει να συνέβη κάπου μεταξύ 20:15 και 21:10, αν υπολογίζω σωστά. Αλλά πια, μικρή σημασία έχει. Πάει, έφυγε αυτή η στιγμή. Όποιος πρόλαβε, είδε, ένιωσε, πήρε το κομμάτι που του αναλογεί από τον ανέλπιστο θησαυρό, και συνέχισε στον μοναχικό του δρόμο. |
Διδάσκοντας…
( με τον "νευρικό" τρόπο του Ά. Μ. )
( με τον "νευρικό" τρόπο του Ά. Μ. )
Μια παρέμβαση σε εκδήλωση με θέμα τον μοντερνισμό που απέκτησε, εκ των πραγμάτων, διδακτικό χαρακτήρα.