O παππούς Καρλ και η εξαδέλφη Λόρα
(Εξομολόγηση)
(Εξομολόγηση)
ΓΝΩΡΙΣΑ ΤΟΝ ΚΑΡΛ ΜΑΡΞ στα 17, τον Πάμπλο Πικάσο στα 18 και τον Τζέιμς Τζόις στα 20 χρόνια μου. Εκείνη τη μακρινή εποχή αντιμετώπιζα αυτές τις μυθικές μορφές (όπως εξάλλου και εκατομμύρια νέοι στον κόσμο) σαν μια απρόσμενα ευτυχή συνάντηση στη ζωή, σαν, ας πούμε, τους φυσικούς παππούδες μου που δεν είχα προλάβει εν ζωή. Τώρα γνωρίζω ότι και οι τρεις μού «συμπαραστάθηκαν», κατά τον ίδιο τρόπο, στην αγωνία μου να διευρύνω τα ποσοστά της ατομικής μου ελευθερίας. Από παιδί μόνον αυτό με ενδιέφερε και γι’ αυτό γράφω ακόμα: μήπως και διευρύνω τα ποσοστά που η κοινωνία επιτρέπει στην ατομική και στη συλλογική ελευθερία, ό,τι κι αν σημαίνει αυτό. Ο Μαρξ με την απίστευτη Πίστη του: «στον καθένα σύμφωνα με τις ανάγκες του», ο Πικάσο με τον δημιουργικό του Οίστρο που υπακούει μόνον στην ενστικτώδη αθωότητα, ο Τζόις με την εμμονή του στην αυτεξούσια, άγρια γλώσσα, που υπακούει μόνον στην Επιθυμία, από εκείνα τα μακρινά χρόνια κατοίκισαν οριστικά εντός μου.
Ο Καρλ
Χάρη στον μαρξισμό συγκρότησα οριστικά τις ηθικές αξίες που έως τότε αμυδρά διέκρινα ως αναγκαίες στη ζωή· το ανθρωπιστικό του όραμα ανταποκρινόταν πλήρως στον νεανικό μου ενθουσιασμό· ο Μαρξ μου επέτρεψε να αναρωτιέμαι για τον κόσμο πιο τολμηρά απ’ ότι επέτρεπαν τότε οι κυρίαρχες αστικές εξηγήσεις για τον κόσμο. Απ’ όλες τις θέσεις τού μαρξισμού, εκείνη για τη διαλεκτική σχέση βάσης εποικοδομήματος ουδέποτε έπαψε να ερεθίζει τη σκέψη μου. Με την ερευνητική μου εμμονή σ’ αυτή τη θεωρία, διέκρινα νωρίς τον μανιχαϊσμό με τον οποίο οι επίσημες κομματικές γραμμές αντιλαμβάνονταν την οικονομική βάση, παραβλέποντας (μέσα από ένα μικροαστικό, μικροσυμφεροντολογικό πνεύμα το οποίο, δυστυχώς, ακόμα κυριαρχεί στην Αριστερά) ότι η σχέση είναι ακριβώς διαλεκτική, αμφίδρομη, και όχι μονόδρομος από τη βάση προς το εποικοδόμημα. Μελετώ πάντα τον μαρξισμό αλλά όχι με τον φανατισμό που άλλοι μελετούν το Κοράνι. Σήμερα, που η θεωρία αυτή έχει επενδυθεί με την ιστορική εμπειρία του υπαρκτού σοσιαλισμού, η μελέτη της επιτρέπει να θέτεις στον εαυτό σου (και στους άλλους) τα ίδια πανάρχαια ερωτήματα για την κοινωνική αδικία και την πηγή της αυταρχικής εξουσίας.
Ο Πάμπλο
Μέσα από το έργο του Πικάσο διδάχτηκα τη γενναιοδωρία της τέχνης. Η γενναιοδωρία της τέχνης του προσελκύει όλες τις πιθανότητες, όλες τις ακραίες επιθυμίες, όλες τις εκφράσεις του Ανθρώπινου, δίχως να χαρίζεται σε καμμία εξουσιαστική εντολή και σε κανέναν προϋπάρχοντα κανόνα ως προς την αναπαράσταση του κόσμου: ισοδυναμεί με την απόλυτη ελευθερία. Μόνον στη τέχνη κερδίζεις αυτή την ελευθερία. Αυτό το μάθημα πήρα, ευτυχώς πολύ ενωρίς, από τον παππού Πάμπλο. Μελετώ πάντα τον Πικάσο, αλλά όχι με το ενδιαφέρον του ιστορικού της τέχνης· σήμερα που η ελευθερία γίνεται όλο και περισσότερο ανάπηρη, η τέχνη προσφέρει ελάχιστες διεξόδους· η μεταμοντέρνα συνθήκη στην τέχνη είναι η πιο συντηρητική-ανθρωποφαγική συνθήκη που γνώρισε ποτέ ο άνθρωπος. Τα επαναλαμβανόμενα σκουπίδια που σωρεύονται στις αίθουσες των μουσείων «σύγχρονης» τέχνης, στην πραγματικότητα αναπαράγουν δουλικά το παγκοσμιοποιημένο σύστημα διανομής πολιτισμικών αξιών μιας χρήσης.
Ο Τζ. Τζ.
Στην πρώτη ανάγνωση (πιο σωστά: απόπειρα ανάγνωσης) του Ulysses συγκλονίστηκα! Έπαθα αμόκ, άνοιξε η ψυχή μου στα δύο, ξέχασα ποιος ήμουν, πού πήγαινα. Ύστερα, προχωρώντας στην ανάγνωση, κάπως μαζεύτηκα. Αλλά ο παππούς είχε κάνει τη δουλειά του. Το Ulysses (πάντα στην ίδια στερεότυπη έκδοση Penguin, του 1968 – σημαδιακή χρονιά!) δεν το εγκατέλειψα ποτέ. Αν ο Πικάσο είναι όλη η ζωγραφική ο Τζόις είναι όλη η λογοτεχνία. Μέσα από εκείνον απόλαυσα όλο το αγγλοσαξωνικό παράδειγμα και αργότερα, μέσα από τον άξιο συνεχιστή του, τον Χέρμαν Μπροχ, πέρασα στη σπουδαία γερμανόφωνη λογοτεχνία της Μεσευρώπης. Απεχθάνομαι όσους γράφουν «κατά τον τρόπο» κάποιου άλλου. Πιστεύω ότι ουδέποτε διέπραξα αυτή τη βλακεία. Αλλά ο Τζόις είναι ένας καλός «πήχυς» για να μετράς τη λογοτεχνία και τις προσωπικές σου επιδόσεις σ’ αυτήν. Ο Τζόις είναι όπως ο Σέξπιρ, οι δικοί μας τραγικοί, ή ο Όμηρος, ο Δάντης κ.λπ.
Ο Τζόις είναι το Σχολείο: η βασική, η μέση και η ανώτατη εκπαίδευση. Μερικοί (κάνουν πως) το αγνοούν. Ο εαυτός μου ουδέποτε δοκίμασε να το αγνοήσει.
Ο Καρλ
Χάρη στον μαρξισμό συγκρότησα οριστικά τις ηθικές αξίες που έως τότε αμυδρά διέκρινα ως αναγκαίες στη ζωή· το ανθρωπιστικό του όραμα ανταποκρινόταν πλήρως στον νεανικό μου ενθουσιασμό· ο Μαρξ μου επέτρεψε να αναρωτιέμαι για τον κόσμο πιο τολμηρά απ’ ότι επέτρεπαν τότε οι κυρίαρχες αστικές εξηγήσεις για τον κόσμο. Απ’ όλες τις θέσεις τού μαρξισμού, εκείνη για τη διαλεκτική σχέση βάσης εποικοδομήματος ουδέποτε έπαψε να ερεθίζει τη σκέψη μου. Με την ερευνητική μου εμμονή σ’ αυτή τη θεωρία, διέκρινα νωρίς τον μανιχαϊσμό με τον οποίο οι επίσημες κομματικές γραμμές αντιλαμβάνονταν την οικονομική βάση, παραβλέποντας (μέσα από ένα μικροαστικό, μικροσυμφεροντολογικό πνεύμα το οποίο, δυστυχώς, ακόμα κυριαρχεί στην Αριστερά) ότι η σχέση είναι ακριβώς διαλεκτική, αμφίδρομη, και όχι μονόδρομος από τη βάση προς το εποικοδόμημα. Μελετώ πάντα τον μαρξισμό αλλά όχι με τον φανατισμό που άλλοι μελετούν το Κοράνι. Σήμερα, που η θεωρία αυτή έχει επενδυθεί με την ιστορική εμπειρία του υπαρκτού σοσιαλισμού, η μελέτη της επιτρέπει να θέτεις στον εαυτό σου (και στους άλλους) τα ίδια πανάρχαια ερωτήματα για την κοινωνική αδικία και την πηγή της αυταρχικής εξουσίας.
Ο Πάμπλο
Μέσα από το έργο του Πικάσο διδάχτηκα τη γενναιοδωρία της τέχνης. Η γενναιοδωρία της τέχνης του προσελκύει όλες τις πιθανότητες, όλες τις ακραίες επιθυμίες, όλες τις εκφράσεις του Ανθρώπινου, δίχως να χαρίζεται σε καμμία εξουσιαστική εντολή και σε κανέναν προϋπάρχοντα κανόνα ως προς την αναπαράσταση του κόσμου: ισοδυναμεί με την απόλυτη ελευθερία. Μόνον στη τέχνη κερδίζεις αυτή την ελευθερία. Αυτό το μάθημα πήρα, ευτυχώς πολύ ενωρίς, από τον παππού Πάμπλο. Μελετώ πάντα τον Πικάσο, αλλά όχι με το ενδιαφέρον του ιστορικού της τέχνης· σήμερα που η ελευθερία γίνεται όλο και περισσότερο ανάπηρη, η τέχνη προσφέρει ελάχιστες διεξόδους· η μεταμοντέρνα συνθήκη στην τέχνη είναι η πιο συντηρητική-ανθρωποφαγική συνθήκη που γνώρισε ποτέ ο άνθρωπος. Τα επαναλαμβανόμενα σκουπίδια που σωρεύονται στις αίθουσες των μουσείων «σύγχρονης» τέχνης, στην πραγματικότητα αναπαράγουν δουλικά το παγκοσμιοποιημένο σύστημα διανομής πολιτισμικών αξιών μιας χρήσης.
Ο Τζ. Τζ.
Στην πρώτη ανάγνωση (πιο σωστά: απόπειρα ανάγνωσης) του Ulysses συγκλονίστηκα! Έπαθα αμόκ, άνοιξε η ψυχή μου στα δύο, ξέχασα ποιος ήμουν, πού πήγαινα. Ύστερα, προχωρώντας στην ανάγνωση, κάπως μαζεύτηκα. Αλλά ο παππούς είχε κάνει τη δουλειά του. Το Ulysses (πάντα στην ίδια στερεότυπη έκδοση Penguin, του 1968 – σημαδιακή χρονιά!) δεν το εγκατέλειψα ποτέ. Αν ο Πικάσο είναι όλη η ζωγραφική ο Τζόις είναι όλη η λογοτεχνία. Μέσα από εκείνον απόλαυσα όλο το αγγλοσαξωνικό παράδειγμα και αργότερα, μέσα από τον άξιο συνεχιστή του, τον Χέρμαν Μπροχ, πέρασα στη σπουδαία γερμανόφωνη λογοτεχνία της Μεσευρώπης. Απεχθάνομαι όσους γράφουν «κατά τον τρόπο» κάποιου άλλου. Πιστεύω ότι ουδέποτε διέπραξα αυτή τη βλακεία. Αλλά ο Τζόις είναι ένας καλός «πήχυς» για να μετράς τη λογοτεχνία και τις προσωπικές σου επιδόσεις σ’ αυτήν. Ο Τζόις είναι όπως ο Σέξπιρ, οι δικοί μας τραγικοί, ή ο Όμηρος, ο Δάντης κ.λπ.
Ο Τζόις είναι το Σχολείο: η βασική, η μέση και η ανώτατη εκπαίδευση. Μερικοί (κάνουν πως) το αγνοούν. Ο εαυτός μου ουδέποτε δοκίμασε να το αγνοήσει.
Πολ και Λόρα Λαφάργκ
Υπάρχει, τέλος, ένας ακόμα δημιουργός που με καθόρισε διά βίου: ο Πολ Λαφάργκ. Το Δικαίωμα στην Τεμπελιά, το διάβασα αργότερα, γύρω στα 26 μου. Ο γήινος ριζοσπαστισμός του με τράνταξε σε άλλα μήκη και πλάτη· το Κοινωνικό Συμβόλαιο του Ρουσό και το Κομμουνιστικό Μανιφέστο του Μαρξ ένιωσα ότι ωχριούσαν εμπρός του. Δεν είναι τυχαίο ότι η μοναδική πλήρης βιογραφία που έχω διαβάσει στη ζωή μου (εκτός από του Έλμαν για τον Τζόις που την διάβασα κατ’ ανάγκην, όταν έγραφα βιβλίο για το έργο του) είναι του Πολ Λαφάργκ και της Λόρα Μαρξ. Αυτοί οι δύο, οι αιωνίως ερωτευμένοι με την Επανάσταση και την Επιθυμία σύντροφοι, που έζησαν κάτω από τη βαρειά σκιά του μεγάλου πατέρα και πεθερού, δεν έπαψαν ποτέ να αγριεύουν τα όνειρά μου·* αν ο Μαρξ, ο Τζόις και ο Πικάσο υπήρξαν οι σοφοί παππούδες, αυτοί οι δύο είναι τα πρώτα μου ξαδέλφια: ετοιμαζόμαστε πάντα να «ξαναπαίξουμε» την Κομμούνα του '71 και ύστερα, κλείνοντας τα εβδομήντα μας, ίσως δοκιμάσουμε ν' αυτοκτονήσουμε ομαδικά…
________________
* Δεν υπάρχει βιβλίο μου που να μην περιλαμβάνει έστω και μια μικρή αναφορά σε αυτούς τους δύο αγαπημένους ανθρώπους.
Βλ. και συνέντευξη του ΄Α.Μ. για τα βιβλία διαμόρφωσής του εδώ, στην ημερομηνία 02.12.15. Καθώς και το Α' Επίμετρο του μυθιστορήματός του Πολ & Λόρα, ζωγραφική εκ του φυσικού, εκδ. Τόπος 2016, σ. 437-439.
Υπάρχει, τέλος, ένας ακόμα δημιουργός που με καθόρισε διά βίου: ο Πολ Λαφάργκ. Το Δικαίωμα στην Τεμπελιά, το διάβασα αργότερα, γύρω στα 26 μου. Ο γήινος ριζοσπαστισμός του με τράνταξε σε άλλα μήκη και πλάτη· το Κοινωνικό Συμβόλαιο του Ρουσό και το Κομμουνιστικό Μανιφέστο του Μαρξ ένιωσα ότι ωχριούσαν εμπρός του. Δεν είναι τυχαίο ότι η μοναδική πλήρης βιογραφία που έχω διαβάσει στη ζωή μου (εκτός από του Έλμαν για τον Τζόις που την διάβασα κατ’ ανάγκην, όταν έγραφα βιβλίο για το έργο του) είναι του Πολ Λαφάργκ και της Λόρα Μαρξ. Αυτοί οι δύο, οι αιωνίως ερωτευμένοι με την Επανάσταση και την Επιθυμία σύντροφοι, που έζησαν κάτω από τη βαρειά σκιά του μεγάλου πατέρα και πεθερού, δεν έπαψαν ποτέ να αγριεύουν τα όνειρά μου·* αν ο Μαρξ, ο Τζόις και ο Πικάσο υπήρξαν οι σοφοί παππούδες, αυτοί οι δύο είναι τα πρώτα μου ξαδέλφια: ετοιμαζόμαστε πάντα να «ξαναπαίξουμε» την Κομμούνα του '71 και ύστερα, κλείνοντας τα εβδομήντα μας, ίσως δοκιμάσουμε ν' αυτοκτονήσουμε ομαδικά…
________________
* Δεν υπάρχει βιβλίο μου που να μην περιλαμβάνει έστω και μια μικρή αναφορά σε αυτούς τους δύο αγαπημένους ανθρώπους.
Βλ. και συνέντευξη του ΄Α.Μ. για τα βιβλία διαμόρφωσής του εδώ, στην ημερομηνία 02.12.15. Καθώς και το Α' Επίμετρο του μυθιστορήματός του Πολ & Λόρα, ζωγραφική εκ του φυσικού, εκδ. Τόπος 2016, σ. 437-439.
Si, déracinant de son cœur le vice qui la domine et avilit sa nature, la classe ouvrière se levait dans sa force terrible, non pour réclamer les Droits de l’homme, qui ne sont que les droits de l’exploitation capitaliste, non pour réclamer le Droit au travail, qui n’est que le droit à la misère, mais pour forger une loi d’airain, défendant à tout homme de travailler plus de trois heures par jour, la terre, la vieille terre, frémissant d’allégresse, sentirait bondir en elle un nouvel univers… Mais, comment demander à un prolétariat corrompu par la morale capitaliste une résolution virile…
Paul Lafargue, Le Droit à la paresse, 1880-1883. |
Αν η εργατική τάξη, κατάφερνε να ξεριζώσει απ' την καρδιά της τo κακό που την εξουσιάζει και ξεφτιλίζει τη φύση της, και ξεσηκωνόταν σ' όλη την τρομερή της δύναμη, όχι για να διεκδικήσει τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, που δεν είναι παρά τα δικαιώματα της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης, ούτε το Δικαίωμα στην Εργασία, που δεν είναι παρά το δικαίωμα στην εξαθλίωση, αλλά για να σφυρηλατήσει έναν ατσάλινο νόμο που θα απαγορεύει σε κάθε άνθρωπο να δουλεύει πάνω από τρεις ώρες την ημέρα, τότε η Γη, η γριά Γη, ριγώντας απ' τη χαρά της, θα ένιωθε ν' αναπηδάει εντός της ένας καινούργιος κόσμος… Αλλά πώς να απαιτήσεις από ένα προλεταριάτο διεφθαρμένο από την καπιταλιστική ηθική να πάρει τέτοια αντρίκεια απόφαση…
Πολ Λαφάργκ, Το δικαίωμα στην τεμπελιά, 1880-1883. |
Ο χαμένος αδελφός Μαρσέλ
Έχω κι έναν αδελφό. Αγαπημένο εν όπλοις αδελφό, τον Μαρσέλ Ντισάν. Δεν τον πρόλαβα. Μπορούσε όμως πάντα να με εμπνέει μ' έναν δικό του τρόπο. Πέρα από τα μνημειώδη σύνορα των παππούδων μου. Ακριβώς επειδή ο Μαρσέλ ζούσε τη ζωή ως έργο τέχνης, αδιαφορώντας στις απαιτήσεις της φήμης και του εμπορευματισμού ανταποκρίθηκε σε παρόμοιες βαθύτερες ανάγκες μου. Προσπαθώ στην κρυφή ζωή μου, μακριά από τα μάτια του κόσμου, να ζω όπως εκείνος, ως Μαρσέλ. Αλλά δεν είμαι εκείνος, δεν είμαι τόσο τολμηρός, τόσο καλλιτέχνης, τόσο στοχαστής, τόσο σοφός (καθόλου καλός στο σκάκι), τόσο εραστής. Το προσπαθώ, κι αυτό είναι κάτι. Κάποτε η προσπάθεια με απογοητεύει. Εντάξει, μόνο αν είσαι Μαρσέλ μπορείς να ζεις σαν τον Μαρσέλ: "I like living, breathing, better than working. I don’t think that the work I’ve done can have any social importance whatsoever in the future. Therefore, if you wish, my art would be that of living: each second, each breath is a work which is inscribed nowhere, which is neither visual nor cerebral. It’s a sort of constant euphoria." *
Κατά την ταπεινή μου γνώμη ο Μαρσέλ Ντισάν θα αισθάνθηκε πολύ ευτυχής όταν (αν και εφόσον) έπεσε στα χέρια του το Δικαίωμα στην Τεμπελιά. Και ο Τζόις που, κατά πολλές έννοιες, ήταν το alter ego του Πικάσο στο γράψιμο, θα ήταν επίσης ευτυχής και με τους δύο. Όλοι αυτοί οι άνθρωποι υπήρξαν η μόνη και πραγματική μου οικογένεια και μ' αυτούς πορεύτηκα έως σήμερα (2015).
________________
* Στο: Pierre Cabanne: Entretiens avec Marcel Duchamp. Paris: Pierre Belfond, 1967. [Eng. trans. by Ron Padgett: Dialogues with Marcel Duchamp. New York: Da Capo Press, 1987, p. 72.]
Έχω κι έναν αδελφό. Αγαπημένο εν όπλοις αδελφό, τον Μαρσέλ Ντισάν. Δεν τον πρόλαβα. Μπορούσε όμως πάντα να με εμπνέει μ' έναν δικό του τρόπο. Πέρα από τα μνημειώδη σύνορα των παππούδων μου. Ακριβώς επειδή ο Μαρσέλ ζούσε τη ζωή ως έργο τέχνης, αδιαφορώντας στις απαιτήσεις της φήμης και του εμπορευματισμού ανταποκρίθηκε σε παρόμοιες βαθύτερες ανάγκες μου. Προσπαθώ στην κρυφή ζωή μου, μακριά από τα μάτια του κόσμου, να ζω όπως εκείνος, ως Μαρσέλ. Αλλά δεν είμαι εκείνος, δεν είμαι τόσο τολμηρός, τόσο καλλιτέχνης, τόσο στοχαστής, τόσο σοφός (καθόλου καλός στο σκάκι), τόσο εραστής. Το προσπαθώ, κι αυτό είναι κάτι. Κάποτε η προσπάθεια με απογοητεύει. Εντάξει, μόνο αν είσαι Μαρσέλ μπορείς να ζεις σαν τον Μαρσέλ: "I like living, breathing, better than working. I don’t think that the work I’ve done can have any social importance whatsoever in the future. Therefore, if you wish, my art would be that of living: each second, each breath is a work which is inscribed nowhere, which is neither visual nor cerebral. It’s a sort of constant euphoria." *
Κατά την ταπεινή μου γνώμη ο Μαρσέλ Ντισάν θα αισθάνθηκε πολύ ευτυχής όταν (αν και εφόσον) έπεσε στα χέρια του το Δικαίωμα στην Τεμπελιά. Και ο Τζόις που, κατά πολλές έννοιες, ήταν το alter ego του Πικάσο στο γράψιμο, θα ήταν επίσης ευτυχής και με τους δύο. Όλοι αυτοί οι άνθρωποι υπήρξαν η μόνη και πραγματική μου οικογένεια και μ' αυτούς πορεύτηκα έως σήμερα (2015).
________________
* Στο: Pierre Cabanne: Entretiens avec Marcel Duchamp. Paris: Pierre Belfond, 1967. [Eng. trans. by Ron Padgett: Dialogues with Marcel Duchamp. New York: Da Capo Press, 1987, p. 72.]
O Laziness, mother of the arts and noble virtues, be thou the balm of human anguish!
Paul Lafargue,
The Right to be Lazy, 1883.
Fear not them that sell the body but have not power to buy the soul.
James Joyce,
Ulysses, 16th episode, 1922.
He who offers for sale something unique that no-one wants to buy, represents, even against his will, freedom from exchange.
Theodor Adorno,
Minima Moralia, 1944, excerpt 41.