ΑΝ ΚΑΝΕΙΣ επιχειρήσει να ταξινομήσει κάποια έργα του Ά. Μ. με γραμματολογική ακρίβεια δεν θα το κατορθώσει. Για παράδειγμα, τόσο το Ψυχομπουρδέλο όσο και το Δεν είναι όλα σινεμά μωρό μου, θα μπορούσαν να θεωρηθούν «νουβέλες»· αλλά με μια πολύ ελευθεριακή έννοια, τόσο ελευθεριακή και τόσο ευρύχωρη που θα επέτρεπε στον ορισμό της νουβέλας να περιλαμβάνει ποιήματα, ακόμα και μικρά δοκίμια. Όταν παλαιότερα ο Ά. Μ. αναφερόταν σ' αυτά τα βιβλία έκανε πάντα λόγο για «Διηγήσεις με ποιήματα», ώστε να γίνεται εύκολα κατανοητός και να μην τρομάζει τον εκάστοτε συνομιλητή του.
Οπωσδήποτε, από τη στιγμή που αυτά τα δύο βιβλία αποτελούν μαζί με το μυθιστόρημα Όλντσμομπιλ μια άτυπη «Τριλογία», αποφασίστηκε σ' αυτήν εδώ την ενότητα να περιληφθούν μόνον οι δύο «αμιγείς» νουβέλες, δηλαδή το επιστολικό αφήγημα Τα Δεδομένα της Ζωής μας και η ιστορία True Love. Περισσότερα γι' αυτά τα έργα ο αναγνώστης διαβάζει σε ξεχωριστές σελίδες, εδώ και εδώ.
Tέλος, σ' αυτή τη σελίδα περιλαμβάνονται πληροφορίες και για τη μικρή έκδοση με ομόθεμα διηγήματα, τη Γλυκειά Επιστροφή.
Οπωσδήποτε, από τη στιγμή που αυτά τα δύο βιβλία αποτελούν μαζί με το μυθιστόρημα Όλντσμομπιλ μια άτυπη «Τριλογία», αποφασίστηκε σ' αυτήν εδώ την ενότητα να περιληφθούν μόνον οι δύο «αμιγείς» νουβέλες, δηλαδή το επιστολικό αφήγημα Τα Δεδομένα της Ζωής μας και η ιστορία True Love. Περισσότερα γι' αυτά τα έργα ο αναγνώστης διαβάζει σε ξεχωριστές σελίδες, εδώ και εδώ.
Tέλος, σ' αυτή τη σελίδα περιλαμβάνονται πληροφορίες και για τη μικρή έκδοση με ομόθεμα διηγήματα, τη Γλυκειά Επιστροφή.
Ι. T A Δ Ε Δ Ο Μ Ε Ν Α Τ Η Σ Ζ Ω Η Σ Μ Α Σ
(α' έκδ.: 2002, β' 2015)
(α' έκδ.: 2002, β' 2015)
Η επιστολική νουβέλα που επαναφέρει, στη σύγχρονη πραγματικότητα της ματαιωμένης αντίστασης, με χιούμορ, στοχαστικότητα και ζωντάνια, την ανάγκη απελευθέρωσης της πολιτικής επιθυμίας.
Δεκέμβριος 1999: Η κυρία Σαλταπήδα, γνωστή τηλεοπτική σταρ, αναγκάζεται από άγνωστους επιστολογράφους, να δωρίσει ως «αντίποινα» για το δημοφιλές πρόγραμμά της, μεγάλη ποσότητα από αναγκαία βιβλία σε δημοτικές βιβλιοθήκες· παρομοίως, ένας ασυνείδητος πανεπιστημιακός γιατρός που εισπράττει κανονικά τα «φακελάκια» του, απειλείται ότι, αν δεν επιστρέψει τα χρήματα στους ασθενείς του, όλο το αμφιθέατρο της Ιατρικής θ’ ακούσει μαγνητοφωνημένο ντοκουμέντο από τις παράνομες συναλλαγές του· στο μεταξύ, ένας χρηματισμένος εφοριακός βλέπει ανήμερα Χριστουγέννων ν’ αρπάζει φωτιά το σαλόνι της καινούργιας μεζονέτας του, ενώ ένας διεφθαρμένος βουλευτής του «Λοιπού Αττικής», κάτω από την πίεση σοβαρών απειλών, υποχρεώνεται να χρηματοδοτήσει ό,τι μισεί περισσότερο: οργανώσεις που προστατεύουν άγρια ζώα. Όλα αυτά συμβαίνουν στο Δεδομένα της Ζωής μας επειδή κάποιοι συνταξιούχοι σε όλη την Ελλάδα, παίρνουν την περίπου τρελή απόφαση να εκφοβίζουν διεφθαρμένους πολιτικούς, πολεοδόμους, εφοριακούς, γιατρούς, σταρ των μίντια κ.ά., στέλνοντάς τους απειλητικές επιστολές με τις οποίες απαιτούν τα «δεδουλευμένα», όπως τα αποκαλούν, πολιτών που έχουν υποφέρει απ' αυτούς. |
Ένας από αυτούς τους συνταξιούχους γράφει χαρακτηριστικά σε μια επιστολή του, υποχρεώνοντας τον σύγχρονο αναγνώστη να κάνει αυτομάτως τον παραλληλισμό με το σήμερα:
Δεν ξέρω, αλλά αυτοί οι σημερινοί νεόπλουτοι είναι πολύ προκλητικοί: τσαλαβουτάνε με την ίδια άνεση στην απατεωνιά και τη δημοκρατία. Oι δεξιοί εκείνα τα χρόνια ήταν καθαροί. Στυγνοί εγκληματίες σ’ εμάς, και ραγιάδες στους ξένους, πλην ξεκάθαροι· δεν τους μπέρδευες με κάτι άλλο. Eτούτοι εδώ δουλεύουν με τη νομιμότητα, είναι σαν την αμερικάνικη μάφια που ξεπλένει τα κέρδη της σε καθόλα νόμιμες επιχειρήσεις. Γι’ αυτό θαρρώ πως βρίζουμε σ' αυτά τα γράμματα, δεν αντέχεται αυτή η σχιζοφρένεια της νομιμότητας που σκοτώνει τη ψυχή…
Και κάποιος άλλος θα προσθέσει εντελώς προφητικά για το τερατώδες σήμερα (ήδη από το 2000 που είναι η πρώτη γραφή του βιβλίου):
Mπαίνουμε σε καινούργια εποχή βαρβαρότητας· αλλά κανείς δεν τολμάει να την ονομάσει έτσι. Σχεδόν κανείς. H εποχή τρέχει πολύ, δεν προλαβαίνει να κοιταχτεί στον καθρέφτη· αν το κάνει θα ουρλιάξει με τρόμο: δεν είμαι εγώ αυτό το τέρας! Nα μεταλλάζεις σε τέρας και να μην το καταλαβαίνεις, αυτή είναι η μεγαλύτερη δυστυχία, χειρότερη κι από την πανώλη στον Μεσαίωνα…
Ο πικρός ρεαλισμός και η δηκτική σάτιρα των Δεδομένων της Ζωής μας προφητικά απεικονίζουν μια κοινωνία σε κρίση αξιών πολύ πριν την οικονομική κρίση. Κι αν οι ιδιόμορφοι πρωταγωνιστές (και δεινοί επιστολογράφοι) των Δεδομένων της Ζωής μας με την εκκεντρική ψυχολογία τους ενόχλησαν κάποιους συντηρητικούς αναγνώστες στις αρχές του 21ου αιώνα, σήμερα ενδεχομένως να γεννούν, ακόμα και σ’ αυτούς, τη συμπάθεια.
Δεν ξέρω, αλλά αυτοί οι σημερινοί νεόπλουτοι είναι πολύ προκλητικοί: τσαλαβουτάνε με την ίδια άνεση στην απατεωνιά και τη δημοκρατία. Oι δεξιοί εκείνα τα χρόνια ήταν καθαροί. Στυγνοί εγκληματίες σ’ εμάς, και ραγιάδες στους ξένους, πλην ξεκάθαροι· δεν τους μπέρδευες με κάτι άλλο. Eτούτοι εδώ δουλεύουν με τη νομιμότητα, είναι σαν την αμερικάνικη μάφια που ξεπλένει τα κέρδη της σε καθόλα νόμιμες επιχειρήσεις. Γι’ αυτό θαρρώ πως βρίζουμε σ' αυτά τα γράμματα, δεν αντέχεται αυτή η σχιζοφρένεια της νομιμότητας που σκοτώνει τη ψυχή…
Και κάποιος άλλος θα προσθέσει εντελώς προφητικά για το τερατώδες σήμερα (ήδη από το 2000 που είναι η πρώτη γραφή του βιβλίου):
Mπαίνουμε σε καινούργια εποχή βαρβαρότητας· αλλά κανείς δεν τολμάει να την ονομάσει έτσι. Σχεδόν κανείς. H εποχή τρέχει πολύ, δεν προλαβαίνει να κοιταχτεί στον καθρέφτη· αν το κάνει θα ουρλιάξει με τρόμο: δεν είμαι εγώ αυτό το τέρας! Nα μεταλλάζεις σε τέρας και να μην το καταλαβαίνεις, αυτή είναι η μεγαλύτερη δυστυχία, χειρότερη κι από την πανώλη στον Μεσαίωνα…
Ο πικρός ρεαλισμός και η δηκτική σάτιρα των Δεδομένων της Ζωής μας προφητικά απεικονίζουν μια κοινωνία σε κρίση αξιών πολύ πριν την οικονομική κρίση. Κι αν οι ιδιόμορφοι πρωταγωνιστές (και δεινοί επιστολογράφοι) των Δεδομένων της Ζωής μας με την εκκεντρική ψυχολογία τους ενόχλησαν κάποιους συντηρητικούς αναγνώστες στις αρχές του 21ου αιώνα, σήμερα ενδεχομένως να γεννούν, ακόμα και σ’ αυτούς, τη συμπάθεια.
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
ΚΑΙ ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΤΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ, ΜΕ ΚΡΙΤΙΚΕΣ, ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ ΚΛΠ.
ΣΕ ΞΕΧΩΡΙΣΤΗ ΣΕΛΙΔΑ ΕΔΩ
ΚΑΙ ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΤΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ, ΜΕ ΚΡΙΤΙΚΕΣ, ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ ΚΛΠ.
ΣΕ ΞΕΧΩΡΙΣΤΗ ΣΕΛΙΔΑ ΕΔΩ
ΙΙ. T R U E L O V E
(α' έκδ.: 2008)
(α' έκδ.: 2008)
Η νουβέλα True Love (εκδ. Τόπος 2008) απεικονίζει ένα σκληρό παιχνίδι ερωτικών σχέσεων στην εποχή του Διαδικτύου, στον απόηχο των Επικίνδυνων σχέσεων του Λακλό (Les Liaisons dangereuses). Πρόκειται για μια σύγχρονη σάτιρα ηθών, με τους ήρωες σε υπαρξιακή κρίση. Ο συγγραφέας Μίμης, η φίλη του Σοφία, η διαφημίστρια Κική, η γραφίστας Ντίνα, ο φίλος του Μίμη, Στέλιος, η κομμώτρια Ντέζη, ο αστυνόμος Πορφύρης συγκρούονται ανελέητα μεταξύ τους, επειδή σε όλους λείπει το ίδιο πολύτιμο αγαθό – που μάταια διεκδικούν από τον πρώτο τυχόντα.
Το True Love είναι ο ανεκπλήρωτος έρωτας από την πλευρά των αντρών. Η επιθυμία για συντροφικότητα από την πλευρά των γυναικών. Είναι η απελπισμένη αναζήτηση του Νοήματος, μέσα κι έξω από τα δεσμά της συμβίωσης. Tα χαμένα όνειρα του Μάη του '68. Το θέμα του True Love ίσως να ταίριαζε σε ροζ ιστορία. Αλλά δεν είναι. Εννοείται. Ο ρομαντισμός του είναι περιπαικτικός και οι γνωστές συμβάσεις του είδους μόνον ως χοντρά αστεία μπορούν να διαβαστούν. Το True Love είναι στην ουσία μια μαύρη κωμωδία, που σαρκάζει όσους κάνουν το λάθος να μπερδεύουν το μυαλό με την καρδιά τους· γεγονός που αφορά κάποιους διανοούμενους οι οποίοι, αν και έχουν αφιερώσει τη ζωή τους στην αναζήτηση του Νοήματος, αγνοούν την πιθανότητα αυτό να βρίσκεται, στην κυριολεξία, αν όχι μέσα τους, οπωσδήποτε πολύ κοντά τους. |
Γ Λ Υ Κ Ε Ι Α Ε Π Ι Σ Τ Ρ Ο Φ Η (2003)
«Γενικά θα χαρακτηρίζαμε την αφήγηση ως «περιπέτεια της μνήμης». Ο συγγραφέας εμπνέεται δημιουργικά από την παλαιότερη λογοτεχνία. Χρησιμοποιεί τίτλους, φράσεις και αποσπάσματα από λογοτεχνικά έργα.
[…] Υπάρχει εδώ ένα πνευματικό ανάβρυσμα που δεν στομώνει με τίποτε. Η αφθονία των αναφορών δεν βλάπτει και μέσα στο πλήθος των δεδομένων που μας προσφέρονται, η λογοτεχνία παρουσιάζεται ως αντικείμενο αγάπης και θρησκευτικής λατρείας.»
Σωτηρία Σταυρακοπούλου, «Ο αρχετυπικός νόστος», περ. Αντί, 20.02.2004, σ. 64-65.
[…] Υπάρχει εδώ ένα πνευματικό ανάβρυσμα που δεν στομώνει με τίποτε. Η αφθονία των αναφορών δεν βλάπτει και μέσα στο πλήθος των δεδομένων που μας προσφέρονται, η λογοτεχνία παρουσιάζεται ως αντικείμενο αγάπης και θρησκευτικής λατρείας.»
Σωτηρία Σταυρακοπούλου, «Ο αρχετυπικός νόστος», περ. Αντί, 20.02.2004, σ. 64-65.
Στη Γλυκειά επιστροφή (Eλλ. Γράμματα 2003), οι ήρωες ταξιδεύουν από τη μυθική αρχαιότητα στο άγριο 2040 μ.X., με την ευκολία που άλλος κάνει ένα περίπατο: ο ερωτύλος έφηβος που μεταμορφώνεται σε γοργόνα· η νεαρή Mαργαρίτα που «δραπετεύει» από τα οικογενειακά δεσμά με τον Αλβανό της· ο απλοϊκός Αρτεμίδωρος που εξαφανίζεται σ' ένα πέλαγος θαυμάτων· ο δικέφαλος Αλιθέρσης που «χάνει το πρόσωπό του όταν αντικρύζει μια γυναίκα»· τέλος, ο κλώνος Ούλμο, που νοσταλγεί την ανθρώπινη ρίζα του· όλοι αυτοί οι πρωταγωνιστές, στους πέντε ομόκεντρους κύκλους της Γλυκειάς Επιστροφής, ζούνε ως εξαιρέσεις τον εκάστοτε κανόνα της ζωής χάρη στην προκλητική τους πίστη σ' ένα προσωπικό όραμα. Γι' αυτό και όλοι τους ποθούν μια διαφορετική ζωή – και σ' αυτήν επιστρέφουν.
Ένα ολόκληρο διήγημα του βιβλίου μπορείτε να διαβάσετε εδώ.
Παραθέτουμε δύο κριτικές που εξηγούν θαυμάσια το όραμα αυτού του βιβλίου (διότι περί οράματος πρόκειται…):
Ι. Ο αρχετυπικός νόστος: προσεγγίζοντας τη διακειμενικότητα της Γλυκειάς Επιστροφής
Οι μυθικές διηγήσεις για δελφίνια που διασώζουν ανθρώπους γίνονται εδώ έναυσμα για μεταφορικές προσεγγίσεις. Μερικά από τα διηγήματα του τόμου έχουν ως επίκεντρο την εικόνα του αναγεννώμενου από την κοιλιά του κήτους και πιθανώς αντιπροσωπεύουν ένα ευδιάκριτο ορόσημο, ριζωμένα καθώς είναι στο έδαφος της νεοελληνικής παράδοσης.
Ο συγγραφέας χρησιμοποιεί το «υπό τον δελφίνα ταξίδια» (σ. 33) ως ρητορικό σχήμα για το νόστο του Έλληνα (ή του ελληνισμού): («η απροσδόκητη τροπή της μοίρας τον είχε περάσει στην αντίπερα όχθη, εκείνη που ονειρευόταν από παιδί: είχε γίνει, ό,τι δεν ήταν όλοι. Είχε γίνει εξαιρετικά μοναδικός. Μία ημέρα των ημερών θα επέστρεφε πανέτοιμος στη μάνα γη, όπως το είχε τάξει στον εαυτό του, τότε μικρός, όταν κάποια στιγμή ολοκληρώθηκε το ρήγμα ανάμεσα στον εαυτό του και στον υπόλοιπο κόσμο», Έλληνος Δικεφάλου Ιστορία, σ. 103-104). Υπάρχει εδώ μια ολόκληρη θάλασσα συσχετισμών και προβληματισμού μέσα στα οποία εντάσσεται το συγκεκριμένο διήγημα. Συμβολίζει το τέλος ενός τρόπου ζωής και την προαναγγελία μιας καινούργιας περιόδου. Το θέμα δεν είναι απλώς η τοποθέτηση ενός ήρωα σε ένα φυσικό χώρο αλλά η τοποθέτησή του στην ιστορία που ενσωματώθηκε σε ένα σύμβολο.
Αλλού η ανάσταση από την κοιλιά του ψαριού γίνεται σημείο αναφοράς που ενώνει το παρελθόν με το παρόν, τη βιογραφία του ήρωα με τη βιογραφία των προγόνων του και με την εξέλιξη της ελληνικής ιστορίας («ο γέρο-Εύμαιος κι ο Προφήτης Ηλίας κουβεντιάζανε καθισμένοι στο μαντρί ενός που τον φωνάζανε Γιάννη του Βλογημένου. Ο Άγιος Πέτρος βόλευε τα δίχτυα μαζί με το γέρο-Νηρέα στο νάρθηκα του Άη Νικόλα. Μακαριότητα είχε απλωθεί σ’ όλη την πλάση. Αποκοιμήθηκα», σ. 29).
Εντοπίζοντας τις περιγραφές των παραθαλάσσιων τόπων, παρατηρούμε τη στροφή από την κυριολεξία στη σύγκριση και στη μεταφορά («Με όλα αυτά βεβαίως επιμένω να περιγράψω τη ζωή αποκλειστικώς σ’ αυτόν εδώ τον ενάλιο τόπο. Εξυπακούεται ότι και τα χθεσινά θαύματα μόνον εντός της Νήσου μπορούν να συναντήσουν την αιτία τους Αλλιώτικα, όπως και αν τα περιγράψω εγώ, ποτέ δεν θα γίνουν πιστευτά», σ. 67). Έτσι, περιορίζονται οι αντικειμενικές απεικονίσεις, ενώ οι περιγραφές επικεντρώνονται στη ρητορική στρατηγική.
Παρόλο που ο συγγραφέας δίνει τα κλειδιά για να κατανοήσουμε τις συμβολικές αντιπαραθέσεις που επικρατούν στα κείμενα του βιβλίου του, ωστόσο δεν είναι εύκολο να τα εντάξουμε σε ένα ευρύτερα ιστορικό και πολιτισμικό πλαίσιο. Η εξέταση και άλλων σύγχρονων κειμένων θα δείξει πιθανώς τη σημασία των συμβολισμών για τον πολιτισμό στην Ελλάδα και ευρύτερα στην Ευρώπη.
Τα κείμενα καταγράφουν μια σειρά κινήσεων. Οι μεταμορφώσεις των προσώπων και των τόπων («από τη μέση και κάτω είχε μεταμορφωθεί σε ψάρι! Το Θείο εισάκουσε την ενδόμυχη επιθυμία του!», σ. 25) καθώς και οι συνεχείς αλλαγές της προοπτικής στα κείμενα υπογραμμίζουν τον πολύσημο συμβολισμό τους. Καθώς οι τόποι αλλάζουν μορφή («τι σόι τόπος είναι αυτός, αναρωτήθηκα δυνατά», σ. 19) έτσι και η έννοια του συμβόλου εξαρτάται εν μέρει από τη θέση του ανθρώπου στο χώρο και στο χρόνο. Τα κείμενα δραματοποιούν τις προσπάθειες των ηρώων να προσδιορίσουν τον εαυτό τους σε σχέση με την κοινωνία που εγκαταλείπουν. Δεν έχουν ως επίκεντρο μόνο την πράξη του εστιασμού αλλά και την έννοια του προσδιορισμού του ατόμου στο περιβάλλον του. Ο όρος τοποθέτηση έχει χρονικές καθώς και τοπικές διαστάσεις. Η ακόλουθη παρατήρηση είναι διαφωτιστική: οι ήρωες βρίσκονται σε ένα πολιτισμικό και ιστορικό τοπίο στο οποίο κυρίως εστιάζει το ενδιαφέρον του ο συγγραφέας.
Το βιβλίο εμπεριέχει ευδιάκριτα μοτίβα αναγνώρισης και αποξένωσης τα οποία αναλύονται σε τοπικά πλαίσια μέσω των μεταβαλλόμενων σχέσεων της πόλης και της εξοχής, του ορατού και του αόρατου, της μοναξιάς και του συλλογικού. Ο συγγραφέας μάς δείχνει ότι ο άνθρωπος μένει αποξενωμένος από τα σύμβολα ενώ την ίδια στιγμή αντλεί δύναμη από αυτά.
Γενικά θα χαρακτηρίζαμε την αφήγηση ως «περιπέτεια της μνήμης». Ο συγγραφέας εμπνέεται δημιουργικά από την παλαιότερη λογοτεχνία. Χρησιμοποιεί τίτλους, φράσεις και αποσπάσματα από λογοτεχνικά έργα. Ενδεικτικό από την άποψη αυτή είναι το κεφ. Μνήμες (σ. 31-34). Υπάρχει εδώ ένα πνευματικό ανάβρυσμα που δεν στομώνει με τίποτε. Η αφθονία των αναφορών δεν βλάφτει και μέσα στο πλήθος των δεδομένων που μας προσφέρονται, η λογοτεχνία παρουσιάζεται ως αντικείμενο αγάπης και θρησκευτικής λατρείας.
Ορισμένες φορές θα έλεγε κανείς πως ο αφηγητής δεν μπορεί να αντέξει τον ίδιο τον αποκαλυπτικό του λόγο. Το λόγο αυτό είναι ο μόνος που τον στηρίζει και ο πειρασμός να παραιτηθεί απ’ αυτόν γίνεται ακατανίκητος. Κάπου κάπου υποκύπτει στον πειρασμό. Πιο πιθανό φαίνεται ο εν λόγω αφηγητής να βρίσκεται σε μια κατάσταση συμβολικά ανάλογη με εκείνη που σκηνοθετεί στα διηγήματά του, πράγμα που τον κάνει να επαναστατεί και να ψάχνει να βρει κάτι άλλο, π.χ. την ανάσταση (σ. 28), χωρίς να καταφέρει να ελέγξει πλήρως το σχέδιό του. Νομίζω ότι πρέπει να δεχτούμε αυτή την υπόθεση. Όλα μέσα στο βιβλίο την υποδηλώνουν, αλλά τίποτε δεν την επιβεβαιώνει πραγματικά. Στην πραγματικότητα, αυτό που φαίνεται ακατανόητο τα εξηγεί όλα (βλ. το διήγημα Το Ακατανόητο με το Ψάρι: «Τα ανοίκεια απόκτησαν πάλι την ανθρωπινή τους όψη· τόσο εύλογο το Ακατανόητο – σαν αυτή η Μεταμόρφωση να ήταν το φυσιολογικότερο πράγμα στον κόσμο» σ. 30). Η υπόθεση του αρχετυπικού νόστου (σ. 33) κάνει να προβάλλουν τα κείμενα του τόμου πάνω από τη σιωπή που τα περιβάλλει και τα απελευθερώνει από τη μεταφυσική παγίδα που υπονομεύει την ανάγνωσή τους. Η αναγωγική μέθοδος εδώ είναι ευεργετική γιατί στρφεται ενάντια σ’ αυτή την παγίδα: η αρχή της τάξης στην οποία υποτάσσει ο συγγραφέας το σημαντικό αυτό σύνολο δεδομένων, κάνει αυτά τα τελευταία αναγνώσιμα και ευδιάκριτα, ανεξάρτητα από το περιοριστικό σύστημα όπου εντάσσονται.
Τα κείμενα του τόμου παρουσιάζουν κάτι εξαιρετικά αποδεικτικό, κάτω από τη σχέση των αρχών που καθορίζουν τη μεταμόρφωση του αναγεννώμενου από την κοιλιά του κήτους σε πλάσμα ιερό (βλ. τη μεταμόρφωση του έφηβου σε γοργόνα, στο διήγημα Το Ακατανόητο με το Ψάρι, σελ. 22-30. Συγκεκριμένα, βλ. τα ακόλουθα αποσπάσματα: «λησμόνησε την περίεργη θέση του και άρχισε να απολαμβάνει το ταξίδι. Αφέθηκε στο μοιραίο. Αυτό που τώρα τον συγκλόνιζε ήταν ένας ενδόμυχος πόθος να σωθεί, για να αποδειχθεί ότι τον αγαπούσαν οι θεοί κι ότι καταλάβαινε καλά το θέλημά τους», σ. 24). Η διαδικασία του νόστου διαγράφεται εδώ καθαρά μέσα από την ιεροποίηση.
Η έννοια του αρχετυπικού νόστου πάντως δεν είναι αληθινά αποδεικτική, γιατί δεν είναι ποτέ άμεσα ευδιάκριτη σε ένα κείμενο. Περιγράφει μια διαδικασία δόμησης και δεν μπορεί να προκύψει συμπερασματικά από ένα μόνο κείμενο. Είναι από τη φύση της συγκριτική και υποθετική. Πραγματικά, με βάση τη διαδικασία αυτή, τα κείμενα φαίνονται να ανήκουν σε μία από τις ακόλουθες κατηγορίες:
1) Στους μύθους, στους οποίους ο μηχανισμός του νόστου δεν φαίνεται πουθενά, εφόσον έχουν δομηθεί από αυτόν.
2) Στα κείμενα, όπου ο ίδιος μηχανισμός φαίνεται ολοκάθαρα. Αποκαλύπτεται δηλαδή το αποτέλεσμα που η διαδικασία δόμησης ασκεί πάνω στο λεξιλόγιό τους, στην οπτική τους γωνία. Πράγμα δύσκολο, να συλλάβει κανείς εν λειτουργία στο κείμενο ένα μηχανισμό δόμησης.
Συμπερασματικά: υπάρχει μια σφιχτή δέσμη που συγκεντρώνει όλες τις κλωστές μιας κατασκευής, οι οποίες αλλιώς θα ήταν χαλαρές και διασκορπισμένες.
Σωτηρία Σταυρακοπούλου, «Ο αρχετυπικός νόστος»
περ. Αντί, 20.02.2004, σ. 64-65.
Ο συγγραφέας χρησιμοποιεί το «υπό τον δελφίνα ταξίδια» (σ. 33) ως ρητορικό σχήμα για το νόστο του Έλληνα (ή του ελληνισμού): («η απροσδόκητη τροπή της μοίρας τον είχε περάσει στην αντίπερα όχθη, εκείνη που ονειρευόταν από παιδί: είχε γίνει, ό,τι δεν ήταν όλοι. Είχε γίνει εξαιρετικά μοναδικός. Μία ημέρα των ημερών θα επέστρεφε πανέτοιμος στη μάνα γη, όπως το είχε τάξει στον εαυτό του, τότε μικρός, όταν κάποια στιγμή ολοκληρώθηκε το ρήγμα ανάμεσα στον εαυτό του και στον υπόλοιπο κόσμο», Έλληνος Δικεφάλου Ιστορία, σ. 103-104). Υπάρχει εδώ μια ολόκληρη θάλασσα συσχετισμών και προβληματισμού μέσα στα οποία εντάσσεται το συγκεκριμένο διήγημα. Συμβολίζει το τέλος ενός τρόπου ζωής και την προαναγγελία μιας καινούργιας περιόδου. Το θέμα δεν είναι απλώς η τοποθέτηση ενός ήρωα σε ένα φυσικό χώρο αλλά η τοποθέτησή του στην ιστορία που ενσωματώθηκε σε ένα σύμβολο.
Αλλού η ανάσταση από την κοιλιά του ψαριού γίνεται σημείο αναφοράς που ενώνει το παρελθόν με το παρόν, τη βιογραφία του ήρωα με τη βιογραφία των προγόνων του και με την εξέλιξη της ελληνικής ιστορίας («ο γέρο-Εύμαιος κι ο Προφήτης Ηλίας κουβεντιάζανε καθισμένοι στο μαντρί ενός που τον φωνάζανε Γιάννη του Βλογημένου. Ο Άγιος Πέτρος βόλευε τα δίχτυα μαζί με το γέρο-Νηρέα στο νάρθηκα του Άη Νικόλα. Μακαριότητα είχε απλωθεί σ’ όλη την πλάση. Αποκοιμήθηκα», σ. 29).
Εντοπίζοντας τις περιγραφές των παραθαλάσσιων τόπων, παρατηρούμε τη στροφή από την κυριολεξία στη σύγκριση και στη μεταφορά («Με όλα αυτά βεβαίως επιμένω να περιγράψω τη ζωή αποκλειστικώς σ’ αυτόν εδώ τον ενάλιο τόπο. Εξυπακούεται ότι και τα χθεσινά θαύματα μόνον εντός της Νήσου μπορούν να συναντήσουν την αιτία τους Αλλιώτικα, όπως και αν τα περιγράψω εγώ, ποτέ δεν θα γίνουν πιστευτά», σ. 67). Έτσι, περιορίζονται οι αντικειμενικές απεικονίσεις, ενώ οι περιγραφές επικεντρώνονται στη ρητορική στρατηγική.
Παρόλο που ο συγγραφέας δίνει τα κλειδιά για να κατανοήσουμε τις συμβολικές αντιπαραθέσεις που επικρατούν στα κείμενα του βιβλίου του, ωστόσο δεν είναι εύκολο να τα εντάξουμε σε ένα ευρύτερα ιστορικό και πολιτισμικό πλαίσιο. Η εξέταση και άλλων σύγχρονων κειμένων θα δείξει πιθανώς τη σημασία των συμβολισμών για τον πολιτισμό στην Ελλάδα και ευρύτερα στην Ευρώπη.
Τα κείμενα καταγράφουν μια σειρά κινήσεων. Οι μεταμορφώσεις των προσώπων και των τόπων («από τη μέση και κάτω είχε μεταμορφωθεί σε ψάρι! Το Θείο εισάκουσε την ενδόμυχη επιθυμία του!», σ. 25) καθώς και οι συνεχείς αλλαγές της προοπτικής στα κείμενα υπογραμμίζουν τον πολύσημο συμβολισμό τους. Καθώς οι τόποι αλλάζουν μορφή («τι σόι τόπος είναι αυτός, αναρωτήθηκα δυνατά», σ. 19) έτσι και η έννοια του συμβόλου εξαρτάται εν μέρει από τη θέση του ανθρώπου στο χώρο και στο χρόνο. Τα κείμενα δραματοποιούν τις προσπάθειες των ηρώων να προσδιορίσουν τον εαυτό τους σε σχέση με την κοινωνία που εγκαταλείπουν. Δεν έχουν ως επίκεντρο μόνο την πράξη του εστιασμού αλλά και την έννοια του προσδιορισμού του ατόμου στο περιβάλλον του. Ο όρος τοποθέτηση έχει χρονικές καθώς και τοπικές διαστάσεις. Η ακόλουθη παρατήρηση είναι διαφωτιστική: οι ήρωες βρίσκονται σε ένα πολιτισμικό και ιστορικό τοπίο στο οποίο κυρίως εστιάζει το ενδιαφέρον του ο συγγραφέας.
Το βιβλίο εμπεριέχει ευδιάκριτα μοτίβα αναγνώρισης και αποξένωσης τα οποία αναλύονται σε τοπικά πλαίσια μέσω των μεταβαλλόμενων σχέσεων της πόλης και της εξοχής, του ορατού και του αόρατου, της μοναξιάς και του συλλογικού. Ο συγγραφέας μάς δείχνει ότι ο άνθρωπος μένει αποξενωμένος από τα σύμβολα ενώ την ίδια στιγμή αντλεί δύναμη από αυτά.
Γενικά θα χαρακτηρίζαμε την αφήγηση ως «περιπέτεια της μνήμης». Ο συγγραφέας εμπνέεται δημιουργικά από την παλαιότερη λογοτεχνία. Χρησιμοποιεί τίτλους, φράσεις και αποσπάσματα από λογοτεχνικά έργα. Ενδεικτικό από την άποψη αυτή είναι το κεφ. Μνήμες (σ. 31-34). Υπάρχει εδώ ένα πνευματικό ανάβρυσμα που δεν στομώνει με τίποτε. Η αφθονία των αναφορών δεν βλάφτει και μέσα στο πλήθος των δεδομένων που μας προσφέρονται, η λογοτεχνία παρουσιάζεται ως αντικείμενο αγάπης και θρησκευτικής λατρείας.
Ορισμένες φορές θα έλεγε κανείς πως ο αφηγητής δεν μπορεί να αντέξει τον ίδιο τον αποκαλυπτικό του λόγο. Το λόγο αυτό είναι ο μόνος που τον στηρίζει και ο πειρασμός να παραιτηθεί απ’ αυτόν γίνεται ακατανίκητος. Κάπου κάπου υποκύπτει στον πειρασμό. Πιο πιθανό φαίνεται ο εν λόγω αφηγητής να βρίσκεται σε μια κατάσταση συμβολικά ανάλογη με εκείνη που σκηνοθετεί στα διηγήματά του, πράγμα που τον κάνει να επαναστατεί και να ψάχνει να βρει κάτι άλλο, π.χ. την ανάσταση (σ. 28), χωρίς να καταφέρει να ελέγξει πλήρως το σχέδιό του. Νομίζω ότι πρέπει να δεχτούμε αυτή την υπόθεση. Όλα μέσα στο βιβλίο την υποδηλώνουν, αλλά τίποτε δεν την επιβεβαιώνει πραγματικά. Στην πραγματικότητα, αυτό που φαίνεται ακατανόητο τα εξηγεί όλα (βλ. το διήγημα Το Ακατανόητο με το Ψάρι: «Τα ανοίκεια απόκτησαν πάλι την ανθρωπινή τους όψη· τόσο εύλογο το Ακατανόητο – σαν αυτή η Μεταμόρφωση να ήταν το φυσιολογικότερο πράγμα στον κόσμο» σ. 30). Η υπόθεση του αρχετυπικού νόστου (σ. 33) κάνει να προβάλλουν τα κείμενα του τόμου πάνω από τη σιωπή που τα περιβάλλει και τα απελευθερώνει από τη μεταφυσική παγίδα που υπονομεύει την ανάγνωσή τους. Η αναγωγική μέθοδος εδώ είναι ευεργετική γιατί στρφεται ενάντια σ’ αυτή την παγίδα: η αρχή της τάξης στην οποία υποτάσσει ο συγγραφέας το σημαντικό αυτό σύνολο δεδομένων, κάνει αυτά τα τελευταία αναγνώσιμα και ευδιάκριτα, ανεξάρτητα από το περιοριστικό σύστημα όπου εντάσσονται.
Τα κείμενα του τόμου παρουσιάζουν κάτι εξαιρετικά αποδεικτικό, κάτω από τη σχέση των αρχών που καθορίζουν τη μεταμόρφωση του αναγεννώμενου από την κοιλιά του κήτους σε πλάσμα ιερό (βλ. τη μεταμόρφωση του έφηβου σε γοργόνα, στο διήγημα Το Ακατανόητο με το Ψάρι, σελ. 22-30. Συγκεκριμένα, βλ. τα ακόλουθα αποσπάσματα: «λησμόνησε την περίεργη θέση του και άρχισε να απολαμβάνει το ταξίδι. Αφέθηκε στο μοιραίο. Αυτό που τώρα τον συγκλόνιζε ήταν ένας ενδόμυχος πόθος να σωθεί, για να αποδειχθεί ότι τον αγαπούσαν οι θεοί κι ότι καταλάβαινε καλά το θέλημά τους», σ. 24). Η διαδικασία του νόστου διαγράφεται εδώ καθαρά μέσα από την ιεροποίηση.
Η έννοια του αρχετυπικού νόστου πάντως δεν είναι αληθινά αποδεικτική, γιατί δεν είναι ποτέ άμεσα ευδιάκριτη σε ένα κείμενο. Περιγράφει μια διαδικασία δόμησης και δεν μπορεί να προκύψει συμπερασματικά από ένα μόνο κείμενο. Είναι από τη φύση της συγκριτική και υποθετική. Πραγματικά, με βάση τη διαδικασία αυτή, τα κείμενα φαίνονται να ανήκουν σε μία από τις ακόλουθες κατηγορίες:
1) Στους μύθους, στους οποίους ο μηχανισμός του νόστου δεν φαίνεται πουθενά, εφόσον έχουν δομηθεί από αυτόν.
2) Στα κείμενα, όπου ο ίδιος μηχανισμός φαίνεται ολοκάθαρα. Αποκαλύπτεται δηλαδή το αποτέλεσμα που η διαδικασία δόμησης ασκεί πάνω στο λεξιλόγιό τους, στην οπτική τους γωνία. Πράγμα δύσκολο, να συλλάβει κανείς εν λειτουργία στο κείμενο ένα μηχανισμό δόμησης.
Συμπερασματικά: υπάρχει μια σφιχτή δέσμη που συγκεντρώνει όλες τις κλωστές μιας κατασκευής, οι οποίες αλλιώς θα ήταν χαλαρές και διασκορπισμένες.
Σωτηρία Σταυρακοπούλου, «Ο αρχετυπικός νόστος»
περ. Αντί, 20.02.2004, σ. 64-65.
ΙΙ. Γλυκειά επιστροφή: η μίμηση και η δημιουργία
Ένας από τους ορισμούς της δημιουργικότητας είναι η τάση του ανθρώπου να είναι κανείς διαφορετικός, η ακαταδάμαστη ορμή να γίνει κανείς άλλος, να γίνοι όλοι οι άλλοι.
Ο Άρης Μαραγκόπουλος, συγγραφέας του βιβλίου Γλυκιά επιστροφή, «διαβάζει» τον παραπάνω ορισμό μέσα από τα σχόλια του Jackie Pigeaud για το 30ό πρόβλημα του Αριστοτέλη, το οποίο, όπως ο ίδιος μας πληροφορεί, καταργεί τη διάζευξη ανάμεσα στον ευφυή και τον τρελό. Έχοντας υπόψη την Ποιητική του Αριστοτέλη, ο συγγραφέας διακρίνει στη μίμηση τους τρόπους, μέσω των οποίων γίνεται κανείς διαφορετικός, συγκεκριμένα τον τρόπο του προικισμένου που μεταπλάθεται και επομένως εύκολα μιμείται και εκείνον του τρελού, που βγαίνοντας από τον εαυτό του μπορεί να πάρει όλες τις θέσεις των άλλων, πράγμα που συνιστά επίσης έναν τρόπο μίμησης.
Ενδοσκόπηση και όνειρο
Πιστεύοντας λοιπόν στην άποψη ότι ο δημιουργός για να είναι άξιος του ονόματος αφήνεται να γίνει κάποιος άλλος με το να μιμείται όλα τα πρόσωπα και όλα τα όντα, ο Άρης Μαραγκόπουλος, όντας ο ίδιος προκισμένος και ασκημένος στη γραφή, μέσα στα πέντε κείμενα του βιβλίου του Γλυκιά επιστροφή, επωμίζεται ρόλους άλλων βυθισμένος στην ενδοσκόπηση και το όνειρο και επιτρέποντας στον εαυτό του να αφεθεί μέσα στον χαρακτήρα άλλων όντων και προσώπων.
Στην πρώτη ιστορία («Το Ακατανόητο με το ψάρι») ο Άρης Μαραγκόπουλος δοκιμάζει τις αντοχές του μεταμορφούμενος από ερωτύλο έφηβο σε γοργόνα. Το κείμενο, χωρισμένο σε δύο μέρη («Το Ακατανόητο» και «Το Εύλογο») αφηγείται πώς ένας άνθρωπος έχοντας αναγνωρίσει τον άδηλο εαυτό του μέσα στην αγάπη των θεών αισθάνεται άλλος, έτοιμος να πετάξει στους αιθέρες. Αποτέλεσμα αυτής της αναγνώρισης είναι η μετατροπή του ακατανόητου σε εύλογο, η μεταμόρφωση που γίνεται το φυσιολογικότερο πράγμα στον κόσμο, κάτι που επιτρέπει σε όλους, όντα της μυθικής αρχαιότητας και σημερινούς ανθρώπους, να συντροφεύουν τον άνθρωπο στο ψέμα της ζωής. Ο συγγραφέας για την αφήγησή του αυτή επικαλείται «μνήμες», από τον Λουκιανό και τον Θεόκριτο, τον Αίσωπο και τον Πλούταρχο, μέχρι τον Κόντογλου, τον Παπαδιαμάντη και τον Τσίρκα.
Η δεύτερη ιστορία («Με τη Σουζάνα»), επίσης σε δύο μέρη, ξεκινάει από μια ευχάριστη ενόραση που δημιουργείται σε έναν άνθρωπο που λαμβάνει σοβαρά υπόψη του τα «σημάδια». Η ενόραση με τη Μαρία, επαναστατημένη νεαρή που ανακαλύπτει στο κρεβάτι της ένα μεγάλο ξανθό παιδί, τον Γερμανό Φρίντριχ, που της αποκαλύπτεται ως ο Ωραίος Κοιμώμενος του Μαραθώνα στην υπόκρουση της μουσικής της Susanne, προοιωνίζεται τη συνάντηση της Μαργαρίτας με τον δικό της ξένο, έναν άπραγο Αλβανό με παιδικό γέλιο που τη βοηθάει να αποδράσει από τα οικογενειακά δεσμά.
Η τρίτη ιστορία, που έχει τίτλο «Ζείδωρος πνοή», ξεκινάει με ένα μότο από την Οδύσσεια: «Άμα ο Θεός θέλει να περάσει απαρατήρητος δεν τον βλέπεις με τίποτε και ας τρέχει πέρα δώθε μπροστά στα μάτια σου». Πρωταγωνιστής είναι εδώ ο Αρτεμίδωρος που με φόντο έναν ενάλιο τόπο, τη Νήσο, γίνεται μάρτυρας θαυμάτων που ενσαρκώνονται και υλοποιούνται μόνο στο περιβάλλον της. Ανάμεσα σε αυτά η ίδια του η εξαφάνιση, η αποδημία του εν πλήρει ζωή και ευδαιμονία, μετά την προετοιμασία του εαυτού του για το αιώνιο και το πολύτιμο, για το «θαύμα».
Ο δικέφαλος Αλιθέρσης που «χάνει το πρόσωπό του όταν αντικρίζει μια γυναίκα» αποτελεί το πρωταγωνιστικό πρόσωπο της επόμενης ιστορίας («Έλληνος Δικεφάλου Ιστορία, Biceps Graecus Venerius»: Δικέφαλος Έλλην Αφροδίσιος) με όλη τη μυστικοπάθεια του ανθρώπου που στις σκοτεινές ημέρες της χούντας υποχρεώνεται να σκοτώσει την πραγματική εικόνα του και να αφεθεί στα αμερικανικά εργαστήρια γενετικής. Η αβυσσαλέα επιθυμία του ανθρώπου αυτού να «επιζητεί μετά μανίας να είναι όλοι» τον οδηγεί σε μια μεταμόρφωση που στο βάθος τού είναι επιθυμητή. Ο συγγραφέας εμπνέεται από εμβλήματα θεών, κωνικές πέτρες που χρησιμοποιήθηκαν ως είδωλα και βρέθηκαν στην Κύπρο και στη Μάλτα.
Η τελευταία ιστορία («Νοσταλγικό κλωνάρι») μιλάει για τον κλώνο Ούλμο που νοσταλγεί την ανθρώπινη ρίζα του. Πρόκειται για το νέο μοντέλο επιβίωσης που στη βιβλιοθήκη της Βιόσφαιρας, όπου τοποθετήθηκε μετά την κλωνοποίησή του, έχει τη δυνατότητα σβήνοντας χιλιάδες συσσωρευμένες πληροφορίες να αποκαθαρθεί από το παναμερικανικό μοντέλο του παρελθόντος.
Ανατρεπτική δύναμη
Έτυχε να πληροφορηθώ για την περιπλάνηση του Ούλμο στις αίθουσες της απίθανης αυτής βιβλιοθήκης (όπως η αίθουσα των αισθήσεων, των σιωπών, των σπαραγμάτων της μνήμης, των ανομολόγητων επιθυμιών, των ηλικιών, των ηδονών αλλά και των λησμονημένων επιθυμιών, των ηλικιών, των ηδονών αλλά και των λησμονημένων επιθυμιών και του θανάτου) σε κάποιο συνέδριο για την «παγκοσμιοποίηση» που έγινε τον περασμένο Οκτώβριο στην Καρδίτσα. Το θέμα με ενδιέφερε εξαιρετικά και αποτέλεσε το έναυσμα για την ανάγνωση αυτού του βιβλίου. Πρέπει να ομολογήσω ότι αποζημιώθηκα. Οι ήρωες της Γλυκιάς Επιστροφής έχουν πολλά κοινά με τους ανθρώπους που ποθούν τo διαφορετικό, προσκολλημένοι κυριολεκτικά στο προσωπικό τους όραμα, με αυτούς που επιστρέφουν τελικά στο ποθούμενο. Η ανατρεπτική δύναμη της Γλυκιάς επιστροφής του Άρη Μαραγκόπουλου αιφνιδιάζει με τον ίδιο ίσως τρόπο που αιφνιδίασε η καταγραφή των αναλογιών και κυρίως των ανατροπών στον Οδηγό ανάγνωσης του Οδυσσέα του Τζέιμς Τζόις, του ίδιου συγγραφέα, έργο που γνωρίσαμε πριν από τρία χρόνια και που αποτέλεσε ένα από τα πλουσιότερα και κατατοπιστικότερα ερμηνευτικά δοκίμια και λόγω της βαθιάς παιδείας και κυρίως λόγω της ανατρεπτικής του δύναμης.
Εφημ. Καθημερινή, 13.07. 2004, Νέννα Ι. Κοκκινάκη
Ο Άρης Μαραγκόπουλος, συγγραφέας του βιβλίου Γλυκιά επιστροφή, «διαβάζει» τον παραπάνω ορισμό μέσα από τα σχόλια του Jackie Pigeaud για το 30ό πρόβλημα του Αριστοτέλη, το οποίο, όπως ο ίδιος μας πληροφορεί, καταργεί τη διάζευξη ανάμεσα στον ευφυή και τον τρελό. Έχοντας υπόψη την Ποιητική του Αριστοτέλη, ο συγγραφέας διακρίνει στη μίμηση τους τρόπους, μέσω των οποίων γίνεται κανείς διαφορετικός, συγκεκριμένα τον τρόπο του προικισμένου που μεταπλάθεται και επομένως εύκολα μιμείται και εκείνον του τρελού, που βγαίνοντας από τον εαυτό του μπορεί να πάρει όλες τις θέσεις των άλλων, πράγμα που συνιστά επίσης έναν τρόπο μίμησης.
Ενδοσκόπηση και όνειρο
Πιστεύοντας λοιπόν στην άποψη ότι ο δημιουργός για να είναι άξιος του ονόματος αφήνεται να γίνει κάποιος άλλος με το να μιμείται όλα τα πρόσωπα και όλα τα όντα, ο Άρης Μαραγκόπουλος, όντας ο ίδιος προκισμένος και ασκημένος στη γραφή, μέσα στα πέντε κείμενα του βιβλίου του Γλυκιά επιστροφή, επωμίζεται ρόλους άλλων βυθισμένος στην ενδοσκόπηση και το όνειρο και επιτρέποντας στον εαυτό του να αφεθεί μέσα στον χαρακτήρα άλλων όντων και προσώπων.
Στην πρώτη ιστορία («Το Ακατανόητο με το ψάρι») ο Άρης Μαραγκόπουλος δοκιμάζει τις αντοχές του μεταμορφούμενος από ερωτύλο έφηβο σε γοργόνα. Το κείμενο, χωρισμένο σε δύο μέρη («Το Ακατανόητο» και «Το Εύλογο») αφηγείται πώς ένας άνθρωπος έχοντας αναγνωρίσει τον άδηλο εαυτό του μέσα στην αγάπη των θεών αισθάνεται άλλος, έτοιμος να πετάξει στους αιθέρες. Αποτέλεσμα αυτής της αναγνώρισης είναι η μετατροπή του ακατανόητου σε εύλογο, η μεταμόρφωση που γίνεται το φυσιολογικότερο πράγμα στον κόσμο, κάτι που επιτρέπει σε όλους, όντα της μυθικής αρχαιότητας και σημερινούς ανθρώπους, να συντροφεύουν τον άνθρωπο στο ψέμα της ζωής. Ο συγγραφέας για την αφήγησή του αυτή επικαλείται «μνήμες», από τον Λουκιανό και τον Θεόκριτο, τον Αίσωπο και τον Πλούταρχο, μέχρι τον Κόντογλου, τον Παπαδιαμάντη και τον Τσίρκα.
Η δεύτερη ιστορία («Με τη Σουζάνα»), επίσης σε δύο μέρη, ξεκινάει από μια ευχάριστη ενόραση που δημιουργείται σε έναν άνθρωπο που λαμβάνει σοβαρά υπόψη του τα «σημάδια». Η ενόραση με τη Μαρία, επαναστατημένη νεαρή που ανακαλύπτει στο κρεβάτι της ένα μεγάλο ξανθό παιδί, τον Γερμανό Φρίντριχ, που της αποκαλύπτεται ως ο Ωραίος Κοιμώμενος του Μαραθώνα στην υπόκρουση της μουσικής της Susanne, προοιωνίζεται τη συνάντηση της Μαργαρίτας με τον δικό της ξένο, έναν άπραγο Αλβανό με παιδικό γέλιο που τη βοηθάει να αποδράσει από τα οικογενειακά δεσμά.
Η τρίτη ιστορία, που έχει τίτλο «Ζείδωρος πνοή», ξεκινάει με ένα μότο από την Οδύσσεια: «Άμα ο Θεός θέλει να περάσει απαρατήρητος δεν τον βλέπεις με τίποτε και ας τρέχει πέρα δώθε μπροστά στα μάτια σου». Πρωταγωνιστής είναι εδώ ο Αρτεμίδωρος που με φόντο έναν ενάλιο τόπο, τη Νήσο, γίνεται μάρτυρας θαυμάτων που ενσαρκώνονται και υλοποιούνται μόνο στο περιβάλλον της. Ανάμεσα σε αυτά η ίδια του η εξαφάνιση, η αποδημία του εν πλήρει ζωή και ευδαιμονία, μετά την προετοιμασία του εαυτού του για το αιώνιο και το πολύτιμο, για το «θαύμα».
Ο δικέφαλος Αλιθέρσης που «χάνει το πρόσωπό του όταν αντικρίζει μια γυναίκα» αποτελεί το πρωταγωνιστικό πρόσωπο της επόμενης ιστορίας («Έλληνος Δικεφάλου Ιστορία, Biceps Graecus Venerius»: Δικέφαλος Έλλην Αφροδίσιος) με όλη τη μυστικοπάθεια του ανθρώπου που στις σκοτεινές ημέρες της χούντας υποχρεώνεται να σκοτώσει την πραγματική εικόνα του και να αφεθεί στα αμερικανικά εργαστήρια γενετικής. Η αβυσσαλέα επιθυμία του ανθρώπου αυτού να «επιζητεί μετά μανίας να είναι όλοι» τον οδηγεί σε μια μεταμόρφωση που στο βάθος τού είναι επιθυμητή. Ο συγγραφέας εμπνέεται από εμβλήματα θεών, κωνικές πέτρες που χρησιμοποιήθηκαν ως είδωλα και βρέθηκαν στην Κύπρο και στη Μάλτα.
Η τελευταία ιστορία («Νοσταλγικό κλωνάρι») μιλάει για τον κλώνο Ούλμο που νοσταλγεί την ανθρώπινη ρίζα του. Πρόκειται για το νέο μοντέλο επιβίωσης που στη βιβλιοθήκη της Βιόσφαιρας, όπου τοποθετήθηκε μετά την κλωνοποίησή του, έχει τη δυνατότητα σβήνοντας χιλιάδες συσσωρευμένες πληροφορίες να αποκαθαρθεί από το παναμερικανικό μοντέλο του παρελθόντος.
Ανατρεπτική δύναμη
Έτυχε να πληροφορηθώ για την περιπλάνηση του Ούλμο στις αίθουσες της απίθανης αυτής βιβλιοθήκης (όπως η αίθουσα των αισθήσεων, των σιωπών, των σπαραγμάτων της μνήμης, των ανομολόγητων επιθυμιών, των ηλικιών, των ηδονών αλλά και των λησμονημένων επιθυμιών, των ηλικιών, των ηδονών αλλά και των λησμονημένων επιθυμιών και του θανάτου) σε κάποιο συνέδριο για την «παγκοσμιοποίηση» που έγινε τον περασμένο Οκτώβριο στην Καρδίτσα. Το θέμα με ενδιέφερε εξαιρετικά και αποτέλεσε το έναυσμα για την ανάγνωση αυτού του βιβλίου. Πρέπει να ομολογήσω ότι αποζημιώθηκα. Οι ήρωες της Γλυκιάς Επιστροφής έχουν πολλά κοινά με τους ανθρώπους που ποθούν τo διαφορετικό, προσκολλημένοι κυριολεκτικά στο προσωπικό τους όραμα, με αυτούς που επιστρέφουν τελικά στο ποθούμενο. Η ανατρεπτική δύναμη της Γλυκιάς επιστροφής του Άρη Μαραγκόπουλου αιφνιδιάζει με τον ίδιο ίσως τρόπο που αιφνιδίασε η καταγραφή των αναλογιών και κυρίως των ανατροπών στον Οδηγό ανάγνωσης του Οδυσσέα του Τζέιμς Τζόις, του ίδιου συγγραφέα, έργο που γνωρίσαμε πριν από τρία χρόνια και που αποτέλεσε ένα από τα πλουσιότερα και κατατοπιστικότερα ερμηνευτικά δοκίμια και λόγω της βαθιάς παιδείας και κυρίως λόγω της ανατρεπτικής του δύναμης.
Εφημ. Καθημερινή, 13.07. 2004, Νέννα Ι. Κοκκινάκη